HomeΓΝΩΜΕΣΗ πλατεία των Αγανακτισμένων δέκα χρόνια μετά

Η πλατεία των Αγανακτισμένων δέκα χρόνια μετά

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Tου Σίμος Ανδρονίδη

Ο δημοσιογράφος Δημήτρης Δουλγερίδης, υπογράφει ένα ιδιαίτερα, πολιτικά όσο και θεωρητικά, άρθρο στην εφημερίδα ‘Τα Νέα Σαββατοκύριακο’ σχετικά με το κίνημα των Αγανακτισμένων ή αλλιώς, των πλατειών, δέκα χρόνια μετά από την εκδήλωση του, εν καιρώ κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής κρίσης (2011-2021).

Πιο συγκεκριμένα, θα λέγαμε πως ο δημοσιογράφος των ‘Νέων,’[1] εστιάζει στην ανάλυση του στον λόγο και δη στον πολιτικό λόγο που αρθρώθηκε την περίοδο της κινητοποίησης στην πλατεία Συντάγματος, εκεί όπου έλαβε χώρα η συγκρότηση ενός ανομοιογενούς ή αλλιώς, ετερογενούς,[2] κοινωνικά-πολιτικά πλήθους, που συνέκλινε σε μία βασική κατεύθυνση. Που ήταν η αμφισβήτηση του κομματικού-πολιτικού συστήματος, της πολιτικής ελίτ (ίσως θεωρητικά είναι πιο δόκιμος ο όρος), η οποία και θεωρήθηκε ‘υπεύθυνη’ για την είσοδο της χώρας στο ‘επαχθές’ μνημονιακό καθεστώς, με το μνημόνιο, ως το σημαντικότερο κομμάτι μίας αλυσίδας ‘καταστροφής’  να λειτουργεί ως το ιδιαίτερο εκείνο σημαίνον πάνω στο οποίο συνέκλιναν οι διαφορετικές ‘κοίτες’ του ‘ποταμού’ της πλατείας Συντάγματος.

Και η ‘ενσάρκωση’ του συγκεκριμένου ‘καθεστώτος’ υπήρξε η βουλή, ενώπιον της οποίας στάθηκαν αρκετοί εκ των συμμετεχόντων, εκσφενδονίζοντας μούντζες,[3] προσλαμβάνοντας την όχι ως ‘εστία’ δημοκρατίας αλλά ως ‘εκκολαπτήριο’ δια-κομματικής ‘διαφθοράς,’ εκεί όπου αναδείχθηκε μία επιθετική πολιτική συνθηματολογία που συμπυκνώνονταν στο εξής σύνθημα: «Να καεί, να καεί το μπουρδέλο η βουλή».[4]

Εάν η βουλή, σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται ως ‘εκκολαπτήριο διαφθοράς,’ άλλο τόσο, σε μία ευδιάκριτη ένδειξη ενίσχυσης των συν-δηλώσεων αυτού του επιθετικού λόγου, θεωρείται ένα ‘μπουρδέλο’ που φιλοξενεί βουλευτές-‘τσάτσους,’ ‘μπουρδέλο’ που δεν χρήζει παρά πολιτικής και τελετουργικής ‘καύσης’ ώστε από τα ερείπια του να προκύψει το νέο και διαφορετικό.[5]

Ενώπιον της βουλής, συγκροτήθηκαν ‘συστήματα’ πολιτικού λόγου διαφόρων αποχρώσεων, με τις κοινωνικοπολιτικές διεργασίες που ενίσχυσε και πυροδότησε εκ νέου το κίνημα των Αγανακτισμένων να εκφράζονται και σε πολιτικό-εκλογικό επίπεδο (βλέπε το αποτέλεσμα των διπλών βουλευτικών εκλογών του 2012). Οι συμμετέχοντες εμβαπτίσθηκαν στα νάματα μίας εξιδανικευμένης λαϊκότητας[6] που ‘έπαιρνε’ επιτέλους (ας το προσέξουμε αυτό το σημείο), πίσω την ζωή της, στα νάματα μίας πλατείας που δεν έφερε χαρακτηριστικά ‘διασκέδασης’ αλλά πράξης, νοηματοδοτώντας μία χορεία παράλληλων πολιτικοϊδεολογικών λόγων.

Έτσι, ο ‘τόπος’ (Βουλή) ως ‘μπουρδέλο’ (ιδιαίτερη ‘βία’), ήταν το πολιτικό ‘σύμπτωμα’ μίας περιόδου, ήτοι της Μεταπολιτευτικής, που υπήρξε απλή συνέχεια της στρατιωτικής δικτατορίας, κάτι που διαφαίνεται στο σύνθημα που μερίδα διαδηλωτών  τόνιζε σαν την ‘σημαία’ του κινήματος:  ‘Η χούντα δεν τελείωσε το 73,’[7] εκεί όπου συνυφαίνονται οι τάσεις μίας απλοϊκής και ανιστορικής προσέγγισης η οποία στα δικά της ‘κάτοπτρα’ αντικρίζει την Μεταπολίτευση ως μία απλή αλλαγή σκυτάλης, θέσεων και ρόλων με πρωταγωνιστές ‘επίορκους’ πολιτικούς, με την μανιχαϊστική[8] θεώρηση η οποία και σημασιοδοτεί την Μεταπολίτευση αρνητικά και καταγγελτικά, προβάλλοντας την ως στερούμενη ‘αξιών’ και ηθικής, ήγουν ως ‘σάπια.’

Διαδηλωτές είδαν στη Μεταπολίτευση και περαιτέρω, στην ψήφιση των μνημονίων την περίοδο της κρίσης, την διαμόρφωση συνθηκών αποστέρησης του επιπέδου ζωής που είχαν αποκτήσει, διαδραματίζοντας ρόλο στην σύγχυση των ορίων, στην αναπαραγωγή του περιώνυμου ‘όλοι ίδιοι είναι,’[9] καθιστώντας τον δικό τους οικείο τόπο, δηλαδή την ‘πλατεία’ σε ‘βωμό’ εντός του οποίου, τελετουργικά όσο και πολιτικά, θυσιάζεται ο πολιτικός ως ‘τσάτσος’ και ως ‘μίσθαρνο’ όργανο, η Ευρωπαϊκή Ένωση ως ‘Ευρώπη των ελίτ,’ η αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως ‘ολιγαρχική δημοκρατία,’ στο σημείο όπου με άξονα τους λόγους Αγανακτισμένων,  ανέτειλε ένας βαθύς κομφορμισμός, εχθρικός και καχύποπτος που έστριβε το κεφάλι δεξιά και αριστερά, αναζητώντας να αναγνωρίσει τον ‘ένοχο,’ διαμορφώνοντας πρόσφορο έδαφος για έναν φαντασιακό επαναπροσδιορισμό του Αγανακτισμένου ως σημαντικού ‘πολιορκητή’ των ‘πάντων.’

Ή αλλιώς, διαφορετικά ειπωμένο, όλων όσων ‘ενοχλούν.’ Σε αυτό το κάτοπτρο για το οποίο και έγινε λόγος πιο πάνω, κάποιοι είδαν προϋποθέσεις ανατροπής, με τον διαχωρισμό σε ‘πάνω’ και σε ‘κάτω’ πλατεία να αντανακλά τις προθέσεις εκείνων που βιάζονταν να ‘υπογράψουν’ το δικό τους ‘συμβόλαιο με την ιστορία.’ Δέκα χρόνια μετά, και τις βαθυ-δομικές μεταβολές που έχουν συντελεσθεί, ο απόηχος του κινήματος,[10] δεν φαντάζει και τόσο μακρινός, με τις διάσπαρτες φωνές να κραυγάζουν εμπρόθετα  την δική τους ‘αθωότητα.’ Οι ραγισμένες ζωές που αντικατοπτρίζονται στο πλατειακό κάτοπτρο, πρέπει να δράσουν.

Αξίζει να σημειωθεί πως στο κείμενο μας αναδείξαμε μόνο κάποιες εκ των πτυχών (σε επίπεδο λόγου) του κινήματος, έχοντας την επίγνωση ό,τι απαιτείται μία εκτενέστερη ανάλυση για να σκιαγραφηθεί ευρύτερα το περιεχόμενο του. Το περιεχόμενο ενός κινήματος που απέκτησε και χρονική διάρκεια.

[1] Βλέπε σχετικά, Δουλγερίδης Δημήτρης, ‘Πλατείες 2011-2021. Δέκα χρόνια κομμάτια,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα Σαββατοκύριακο,’ 29/04-02/05/2021, σελ. 12.

[2] «Αντιφατικό» ονομάζει το ακροατήριο της πλατείας, ο Ευάγγελος Βενιζέλος.’ Βλέπε σχετικά, Βενιζέλος Ευάγγελος, ‘Η «πλατεία» ήταν γεμάτη, μα το νόημα είχε κάτι από τις φωνές;’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα Σαββατοκύριακο…ό.π., σελ. 15.

[3] Η μούντζα προσδιορίσθηκε δραστικά έως ‘φορτισμένα’ ως μορφή άσκησης μίας συμβολικού τύπου, βίας, που εν προκειμένω, έτεινε προς την μετεξέλιξη της σε κάτι παραπάνω από απόρριψη και καταγγελία: Σε διά-ρρηξη δεσμών.

[4] Βλέπε σχετικά, Δουλγερίδης Δημήτρης, ‘Πλατείες 2011-2021. Δέκα χρόνια κομμάτια…ό.π.

[5] Το αφοριστικό αυτό σύνθημα, δείγμα ενός επιθετικού αντι-κοινοβουλευτισμού στη βάση του που εν αντίκριζε παρά την δική του ‘αλήθεια,’  διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας με τέτοια ένταση.

[6] Το πολιτικό υπήρξε καθαυτό λαϊκό, στις απολήξεις όχι απλά του κινήματος, αλλά και της πλατείας.

[7] Εδώ συναντάμε την αντίληψη εκείνη που θέλει την εξέγερση του Πολυτεχνείου να αποτελεί θεμελιώδη αιτία πτώσης της στρατιωτικής δικτατορίας, την στιγμή που το στρατιωτικό καθεστώς εξακολουθούσε να υπάρχει και μετά το Πολυτεχνείο, με το τελευταίο να συμβάλλει στην επιτάχυνση των αντιφάσεων και των αντιθέσεων που παρατηρούνταν στο εσωτερικό της δικτατορίας. Η πολιτειακή μεταβολή έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 1974. Ο λόγος για ‘ψωμί-παιδεία-ελευθερία’ νοηματοδοτείται εκ νέου.

[8] Έτσι, η Μεταπολίτευση δεν είναι παρά μία ‘κατ’ επίφασιν’ Δημοκρατία. Σχετικά με το κίνημα (που είχε ταυτότητα και στόχους, για να παραπέμψουμε στον Charles Tilly), βλέπε την μελέτη Βαμβακά Βασίλη, Καρατράντου Τριαντάφυλλου & Παναγιωτόπουλου Παναγή., (επιμ.), ’05.05.2010. Ταυτότητες και συναισθήματα της πολιτικής βίας στην Ελλάδα του 21ου αιώνα,’ Εκδόσεις Επίκεντρο, Αθήνα, 2021.

[9] Στο λεκτικό υπόδειγμα του ‘Έχουμε ξυπνήσει-τι ώρα είναι; Ώρα να φύγουν,’ προβάλλεται εγκάρσια ο χώρος της πλατείας ως χώρος πολιτικής συνειδητοποίησης (‘σας καταλάβαμε’), και περαιτέρω, αφύπνισης που δεν χαρίζει πλέον ‘συγχωροχάρτια.’

[10] Για μία ευρύτερη κινηματική και πολιτική αποτίμηση του κινήματος, βλέπε σχετικά, Καβουλάκος Ιωσήφ Κάρολος & Γριτζάς Γιώργος, ‘Κινήματα και εναλλακτικοί χώροι στην Ελλάδα της κρίσης. Μια νέα κοινωνία πολιτών,’ στο: Γεωργαράκης Ν.Γ-Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το πολιτικό πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού,’ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών/Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2015, σελ. 337-355.

Σίμος Ανδρονίδης

Διαφήμιση
Διαφήμιση