HomeHL-HealthΤο δράμα των 40άρηδων – Η γενιά της κρίσης μπαίνει σε… κρίσιμη ηλικία

Το δράμα των 40άρηδων – Η γενιά της κρίσης μπαίνει σε… κρίσιμη ηλικία

Αυτή η γενιά θα μείνει στην ιστορία ως η πρώτη που δεν έζησε καλύτερα από τους γονείς της

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Περίπου 320.000 Έλληνες κλείνουν φέτος τα 40. Είναι, μάλιστα, η τρίτη «φουρνιά» των millennials που περνά το κατώφλι της μέσης ηλικίας, καθώς η γενιά που τα προηγούμενα χρόνια έγινε συνώνυμο του «κακομαθημένου νέου» δεν είναι πια και τόσο νέα, αλλά ούτε και τόσο κακομαθημένη. Μάλλον ταλαιπωρημένη θα μπορούσε να πει κανείς, αφού οι μεγαλύτεροι από τους millennials μπαίνουν στη μέση ηλικία έχοντας περάσει τα πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής τους μέσα σε ένα καθεστώς μόνιμης κρίσης.
Οι μεγαλύτεροι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς -οι αποκαλούμενοι και geriatric millennials- γεννήθηκαν μέσα στην πρώτη πενταετία των 80’s και άρα ενηλικιώθηκαν περίπου την εποχή που έσκασε η φούσκα του dot com αλλά και του ελληνικού χρηματιστηρίου. Το παγκόσμιο κραχ του 2008 και η ελληνική κρίση χρέους τους βρήκαν στα χρόνια που έπρεπε να χτίζουν τα θεμέλια της καριέρας τους, ενώ πάνω που έβγαιναν από αυτό το τούνελ, τους «χτύπησαν» η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η χειρότερη κρίση ακρίβειας των τελευταίων δεκαετιών. Μετά από όλα αυτά, η γενιά των κρίσεων ξαναγράφει τον ορισμό όχι μόνο της μέσης ηλικίας, αλλά και της κρίσης μέσης ηλικίας.

«Η γενιά του εγώ, εγώ, εγώ»
Και όμως, ήταν μόλις πριν από δέκα χρόνια, όταν το περιοδικό Time έβαζε τους millennials στο πρωτοσέλιδό του, υπό τον τίτλο «Η γενιά του εγώ, εγώ, εγώ». «Οι millennials είναι τεμπέληδες, κακομαθημένοι ναρκισσιστές που ζουν ακόμα με τους γονείς τους», έγραφε ο πρωτοσέλιδος τίτλος, για μια γενιά που σε μεγάλο βαθμό πέρασε τα παιδικά της χρόνια μέσα σε ένα περιβάλλον ευημερίας και σταθερότητας.
«Κολλημένοι» με τη φήμη και τεμπέληδες, προτιμούν να γίνουν ο προσωπικός βοηθός κάποιας διασημότητας παρά CEO μιας μεγάλης επιχείρησης και αποφεύγουν τις δουλειές με μεγάλες ευθύνες. Αντ’ αυτού, τους ενδιαφέρει να «πουλάνε» τον εαυτό τους για τους followers και τα likes στα social media, έγραφε τότε το Time. «Οι άνθρωποι φουσκώνουν τους εαυτούς τους σαν μπαλόνια στο Facebook», συνηγορούσε ο W. Keith Campbell, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια, γνωστός για τις έρευνές του πάνω στον ναρκισσισμό.
Όμως το μπαλόνι των millennials έσκασε με πάταγο. Αυτή η γενιά θα μείνει στην ιστορία ως η πρώτη που δεν έζησε καλύτερα από τους γονείς της. Στις ΗΠΑ, η έρευνα The Emerging Wealth Gap, που δημοσιεύτηκε το 2019, δείχνει ότι όσοι γεννήθηκαν από το 1981 έως το 1996 βγάζουν 20% λιγότερα από όσα έβγαζαν οι baby boomers όταν βρίσκονταν στην ηλικία τους. Αλλά και σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη γενιά, οι συγκρίσεις είναι εξίσου αποκαρδιωτικές: Οι Αμερικανοί millennials εμφανίζονται κατά 18% φτωχότεροι από την Generation X. Αντίστοιχα στατιστικά στοιχεία είναι δύσκολο να βρεθούν για την Ελλάδα, όμως κανείς μπορεί να υποθέσει ότι η εικόνα είναι παρόμοια, εάν όχι χειρότερη. Άλλωστε, στη χώρα μας, οι millennials μοιάζουν να έχουν περάσει σχεδόν το σύνολο της ενήλικης ζωής τους σε κατάσταση κρίσης. Και σύμφωνα με τον γενικό κανόνα που έχει καταρτίσει το αμερικανικό National Bureau of Economic Research, ένας επαγγελματίας πετυχαίνει το 70% της αύξησης των απολαβών του μέσα στην πρώτη δεκαετία της καριέρας του. Εάν αυτή η περίοδος σημαδευτεί από μια πτώση της οικονομίας, τότε οι απολαβές του μειώνονται κατά 9% μακροπρόθεσμα.
Ασφαλώς, στην περίπτωση της Ελλάδας δεν μιλάμε απλά για μία πτώση της οικονομίας, αλλά για τη μεγαλύτερη καταστροφή ΑΕΠ που έχει βιώσει ποτέ μία χώρα σε καιρό ειρήνης. Έχοντας συρρικνωθεί σχεδόν κατά 25% κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, η ελληνική οικονομία δεν έχει καταφέρει ακόμα να καλύψει το χαμένο έδαφος, κάτι που σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, θα απαιτήσει άλλη μία δεκαετία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν πρόσφατα οι Financial Times, σε πραγματικούς όρους (δηλαδή μετά την επίδραση του πληθωρισμού), ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι σήμερα περίπου κατά ένα τέταρτο χαμηλότερος από ό,τι ήταν πριν από 12 χρόνια.
Οι σημερινοί 40άρηδες δεν μπορούν να το ποσοτικοποιήσουν, γνωρίζουν όμως ότι η οικονομική κρίση τους πήγε πίσω. «Αν είχα αφιερώσει τον ίδιο χρόνο στην εργασία μου σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, θα ήμουν σε ένα σημαντικά καλύτερο επίπεδο», πιστεύει ο Διονύσης, που θα κλείσει τα 40 σε λίγους μήνες.
Το προφίλ του 40άρη σήμερα στην Ελλάδα
Ποιο είναι, όμως, το προφίλ του 40άρη σήμερα στην Ελλάδα; «Οι σημερινοί σαραντάρηδες γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (1982-1983). Ένα αδιευκρίνιστο τμήμα από όσους γεννήθηκαν στην Ελλάδα δεν διαμένει πλέον σε αυτήν, έχοντας μεταναστεύσει την τελευταία δεκαετία στο εξωτερικό. Εκτιμάται ότι ανέρχονται σήμερα σε 320.000, εκ των οποίων το 10% είναι αλλοδαποί», όπως λέει στην «Κ», ο Βύρων Κοτζαμάνης, επιστημονικός υπεύθυνος του Ερευνητικού Προγράμματος (ΕΛΙΔΕΚ) «Δημογραφικά Προτάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα», στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. «Ένας στους 6 σχεδόν συνεχίζει να συγκατοικεί με τους γονείς του, ένας στους 4 δεν θα παντρευτεί, ενώ πιθανότατα ένας στους 8 έχει συνάψει -ή θα συνάψει- σύμφωνο συμβίωσης. Όσοι κάνουν έναν πρώτο γάμο θα παντρευτούν κατά μέσο όρο οι μεν γυναίκες γύρω στα 30, οι δε άνδρες περίπου στα 34 τους. Από αυτούς που θα παντρευτούν, ένας στους 5 πιθανότατα θα χωρίσει. Οι σημερινοί σαραντάρηδες θα φέρουν στον κόσμο κατά μέσο όρο μετά τα 30 τους 1,5 παιδιά, εκ των οποίων ένα στα 8 θα είναι εκτός γάμου», προσθέτει ο κ. Κοτζαμάνης. Όπως εξηγεί, οι διαφορές με τους γονείς τους, που γεννήθηκαν στα τέλη της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας, είναι σημαντικές. «Οι γονείς τους έκαναν κατά μέσο όρο δύο παιδιά σε πολύ μικρότερη ηλικία (στα 25 τους κατά μέσο όρο), όλα εντός του γάμου. Παντρεύτηκαν σχεδόν όλοι (ένα ποσοστό μικρότερο του 10% των γενεών αυτών έμεινε άγαμο), σε πολύ μικρή ηλικία (οι γυναίκες κατά μέσο όρο στα 23,5 έτη) τους και ένα μικρό ποσοστό (μικρότερο του 10%) έλυσε κάποια στιγμή τον γάμο του».
Εμπόδιο στην ενηλικίωση η συνύπαρξη με γονείς
Ασφαλώς, η οικονομική τους κατάσταση δεν μπορεί παρά να παίζει σημαντικό ρόλο στην απόφαση πολλών millennials να καθυστερήσουν τη δημιουργία της δικής τους οικογένειας. Δεν βοηθά, βέβαια, ότι πολλοί από αυτούς έριξαν κατά τα προηγούμενα χρόνια όλη τους την προσοχή στα επαγγελματικά τους, όπου είχαν πολλές δυσκολίες να ξεπεράσουν, αφήνοντας την προσωπική τους ζωή σε δεύτερη μοίρα. Και σίγουρα, το γεγονός ότι τουλάχιστον κάποιοι από αυτούς εξακολουθούν να ζουν μαζί με τους γονείς τους, δεν διευκολύνει την ουσιαστική -πέραν της αριθμητικής- ενηλικίωσή τους. Κατά μέσο όρο, οι Έλληνες αφήνουν πίσω το σπίτι των γονιών τους στα 30,7 έτη, δηλαδή 4,2 χρόνια πιο αργά σε σχέση με τον μέσο Ευρωπαίο. Έπειτα και από το τελευταίο ράλι των ακινήτων, που εκτίναξε τα ενοίκια στα ύψη και έκανε την αγορά σπιτιού άπιαστο όνειρο για τους περισσότερους νέους, οι σημερινοί 40άρηδες έχουν λιγότερες πιθανότητες να έχουν το δικό τους σπίτι σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές, όταν βρίσκονταν στην ίδια ηλικία. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο η έλευση της τέταρτης ηλικίας της ζωής τους βρίσκει έναν στους έξι κάτω από την ίδια στέγη με τους γονείς του.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και για πολλούς ακόμα, για τη συγκεκριμένη γενιά, η μέση ηλικία δεν μοιάζει σε τίποτα με εκείνη που βίωναν, για παράδειγμα, οι baby boomers. Εκείνοι, στα 40 τους, είχαν ολοκληρώσει ήδη έναν κύκλο σε καριέρα και οικογένεια και ήταν έτοιμοι για την προσωπική τους επανάσταση: Διαζύγιο ή παράνομη σχέση με νεότερη γυναίκα, σπορ αυτοκίνητο, τατουάζ, εμφύτευση μαλλιών, όλα τα «κλισέ» της κρίσης μέσης ηλικίας ήταν βγαλμένα μέσα από τη ζωή.

Άλλωστε, η κρίση μέσης ηλικίας αναγνωρίζεται επιστημονικά από το 1965, όταν ο -48χρονος τότε- ψυχολόγος Elliott Jaques δημοσίευσε την μελέτη του «Ο Θάνατος και η Κρίσης Μέσης Ηλικίας». Η έρευνα αυτή έδειχνε ότι δημιουργικοί άνθρωποι, όπως συνθέτες και καλλιτέχνες, εμφάνιζαν μία απότομη πτώση ή έστω ορατές αλλαγές από την ηλικία των 35 και μετά. Σε αυτό το σημείο της ζωής του, σύμφωνα με τον Jaques, ο άνθρωπος αρχίζει να βλέπει τον χρόνο που περνά όχι πια αισιόδοξα, αλλά πεσιμιστικά: Αντί να μετρά τα χρόνια από τη γέννησή του, πλέον μετρά τα χρόνια ως τον θάνατό του.
Όμως οι σημερινοί 40άρηδες δεν έχουν την πολυτέλεια της κρίσης μέσης ηλικίας. Σίγουρα όχι με την παραδοσιακή έννοια. Πολλοί δεν έχουν παντρευτεί καν και εάν το έχουν κάνει, πιθανότατα έχουν ακόμα τον ενθουσιασμό –και τις υποχρεώσεις– της νέας οικογένειας και των πολύ μικρών παιδιών, επομένως το διαζύγιο δεν είναι για αυτούς μία διέξοδος. Δεν θα αγοράσουν σπορ αυτοκίνητο –το πιθανότερο είναι να πάθουν κάποια εμμονή με τον υγιεινό τρόπο ζωής και να πάρουν ποδήλατο. Όσο για τα τατουάζ, δεν περιμένουν την κρίση μέσης ηλικίας για να τα «χτυπήσουν».
Είναι τα 40 τα «νέα 30»;
Είναι λοιπόν σαφές ότι οι σημερινοί 40άρηδες σπάνε τους κανόνες και τα πρότυπα της ηλικίας. «Δεν νιώθω μεσήλικας και ούτε μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου έτσι τα επόμενα χρόνια», λέει η Αγγελική, παρότι έχει κλείσει τα 39 και έχει αποκτήσει δύο παιδιά. Τελικά, μήπως τα 40 είναι τα «νέα 30»; «Σήμερα είναι συνηθισμένο να είσαι single και να μην έχεις κάνει παιδιά σε αυτή την ηλικία. Σε αυτό βοηθούν και οι μέθοδοι της τεχνητής γονιμοποίησης. Πλέον είναι συχνό να βλέπουμε γκριζομάλληδες να σπρώχνουν καροτσάκια με μωρά», εξηγεί η Αλεξάνδρα Κορδόση, συμβουλευτική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια. «Καθώς κάνουμε αργότερα πράγματα που θα κάναμε σε μικρότερες ηλικίες, μπορούμε να πούμε ότι τα 40 είναι τα νέα 30».
Κατά την άποψή της, οι σημερινοί 40άρηδες είναι μία ναρκισσιστική γενιά. Έχουν συνηθίσει να έχουν ό,τι θέλουν, δεν ανέχονται να καταπιέζονται, δίνουν προτεραιότητα στα χόμπι τους, στον εαυτό τους και στην εμφάνισή τους. Δεν δεσμεύονται σε projects, είτε αυτά είναι επαγγελματικά, είτε προσωπικά, και αυτό καθυστερεί την ωρίμανσή τους, όπως σημειώνει η κυρία Κορδόση.
Πράγματι, έρευνα την οποία πραγματοποίησε πρόσφατα στην Ελλάδα η FocusBari δείχνει ότι ως εργαζόμενοι, οι millennials δίνουν μεγαλύτερη σημασία στις οικονομικές απολαβές αλλά και στην ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, σε σχέση με άλλες γενιές. Και αυτό γιατί νιώθουν στριμωγμένοι ανάμεσα στη δουλειά και τις υποχρεώσεις τους –επαγγελματικές ή οικογενειακές– από τη μία πλευρά, και την επιθυμία τους να ταξιδέψουν και να απολαύσουν εμπειρίες ζωής, από την άλλη. Η Κατερίνα, 39 χρόνων, θυμάται πως όταν οι γονείς της βρίσκονταν στην ίδια ηλικία, είχαν ελεύθερο χρόνο, για να τον περάσουν με την οικογένεια. «Σήμερα είναι πάρα πολλές οι επαγγελματικές υποχρεώσεις, δεν μένει πια χρόνος», λέει.

Οι γρήγοροι ρυθμοί της ζωής, τα άπειρα ερεθίσματα και η ανάγκη ανταπόκρισης σε αυτά γεμίζουν τους σημερινούς 40άρηδες με άγχος, εξηγεί ο ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής Σπύρος Καλημέρης. «Ζούμε σε μία εποχή τεχνολογικών εξελίξεων με γεωμετρικό ρυθμό. Όσο και εάν ο στόχος αυτών των εξελίξεων είναι η βελτίωση και η διευκόλυνση της ζωής μας, δεν είναι τόσο απλό, γιατί από την άλλη πλευρά, δημιουργούνται άλλα προβλήματα. Παγκοσμίως, παρατηρείται σημαντική αύξηση στα ποσοστά του στρες, των εξαρτήσεων, του άγχους και της κατάθλιψης», σημειώνει. «Ένας λόγος που έχουμε περισσότερο στρες είναι ότι τα άτομα δεν μπορούν να προσαρμοστούν ψυχικά σε τόσο μεγάλες και γρήγορες αλλαγές που φέρνει στη ζωή η τεχνολογία». Σήμερα, μπορεί να είμαστε πολύ πιο συνδεδεμένοι, μέσω του γρήγορου ίντερνετ και των κινητών, όμως ταυτόχρονα οι μελέτες δείχνουν ότι έχει αυξηθεί η μοναξιά, η απομόνωση και η αποξένωση των ανθρώπων, τονίζει ο κ. Καλημέρης.
Έτσι, οι σημερινοί 40άρηδες δεν γλιτώνουν την κρίση. Όμως σύμφωνα με την κ. Κορδόση, δεν είναι μια κρίση μέσης ηλικίας, αλλά μια υπαρξιακή κρίση. «Καθώς δεν έχουν πια τόσο ξεκάθαρες δεσμεύσεις και δεν μπαίνουν σε καλούπια, αναρωτιούνται για τη θέση τους στη ζωή. Η μεγαλύτερη ελευθερία και η στροφή στον ατομικισμό γεννούν ερωτήματα όπως “Είμαι καλά στη ζωή μου; Πάω καλά; Πού πάω;”», εξηγεί η ψυχολόγος. «Ο ναρκισσισμός των 40άρηδων έχει και μια σκοτεινή πλευρά, καθώς συνοδεύεται από μια καταθλιπτικότητα. Βρίσκονται αντιμέτωποι με μια έλλειψη νοήματος και την μοναξιά».
Το στρες της επιβίωσης ως απόρροια των αλλεπάλληλων κρίσεων και της ανταπόκρισης στις σύγχρονες ανάγκες επηρεάζει την ψυχοσωματική κατάσταση των 40άρηδων. «Πολλοί σήμερα νιώθουν ότι δεν χαίρονται με τη ζωή που κάνουν, η οποία είναι γεμάτη υποχρεώσεις με ελάχιστο χρόνο για ψυχαγωγικές δραστηριότητες. Και αυτές όταν υπάρχουν, δεν τους γεμίζουν όσο θα έπρεπε γιατί γνωρίζουν ότι είναι μικρά διαλείμματα. Συνδυαστικά αυτά δεν είναι εύκολο να μεταβολιστούν ψυχικά. Έτσι οι άνθρωποι ζορίζονται συναισθηματικά, δυσκολεύονται να κατανοήσουν και να εκφράσουν αυτά που τους συμβαίνουν (άλλωστε δεν έχουν μάθει και ότι είναι καλό να εκφράζονται) και μπαίνουν σταδιακά σε μια κρίση νοήματος», σύμφωνα με τον κ. Καλημέρη. Όπως φαίνεται, η γενιά των 40άρηδων δεν θα αποφύγει μία ακόμα κρίση.
kathimerini.gr

Διαφήμιση
Διαφήμιση