HomeHL-SportsΧρήστος Μανδάς: «Το λάθος κόντρα στην ΑΕΚ μου έδωσε… ζωή»

Χρήστος Μανδάς: «Το λάθος κόντρα στην ΑΕΚ μου έδωσε… ζωή»

«Έπαιζα ένα ημίχρονο τερματοφύλακας, ένα ημίχρονο επιθετικός πριν τον Ατρόμητο»

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Είναι σπάνιο σε ηλικία 21 ετών να έχεις βιώσει συναισθήματα που οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές τα συναντούν πολύ πιο μετά στην καριέρα τους ή και καθόλου. Άλλοι στη θέση του είτε θα είχαν δει την απότομη κάθοδο να τους «καταπίνει» σαν κινούμενη άμμος είτε θα προσπαθούσαν να βάλουν απλά… φρένο.

Ο Χρήστος Μανδάς ανήκει σε μία ξεχωριστή κατηγορία παικτών που δεν μοιάζει με αυτά που αναφέραμε πριν. Τη μία ήταν ένα από τα κορυφαία ταλέντα του ελληνικού ποδοσφαίρου που είχε συλλέξει όλα τα βλέμματα πάνω του και την άλλη είδε μία ολόκληρη σεζόν να περνάει από μπροστά του έχοντας παίξει σε μόλις ένα ματς όπου και δέχθηκε πέντε γκολ (!).

Στον Ατρόμητο μπήκε από νεαρή ηλικία. Γρήγορα ανέβηκε στα κλιμάκια και έφτασε στο κατώφλι της πρώτης ομάδας, όπου ο Νταμίρ Κάναντι θεώρησε ότι είναι έτοιμος να πάρει τα γάντια επαγγελματία τερματοφύλακα παρότι δεν είχε ενηλικιωθεί.

Τα χρόνια πέρασαν και τελικά ο δρόμος τον οδήγησε στον ΟΦΗ τον Γενάρη του 2022 στο πλαίσιο της ανταλλαγής με τον Ναμπί. Μετά το εξάμηνο της προσαρμογής, ήρθε η σεζόν 2022/23 που «εκτόξευσε» τον Έλληνα πορτιέρε.

Ο Στίβενς ήταν βασικός αρχικά αλλά ο Μανδάς δεν άργησε στην πορεία να πάρει την ευκαιρία του. Κόντρα στον Ολυμπιακό, ο νεαρός κίπερ όχι μόνο αντιμετώπισε μία από τις μεγάλες ομάδες της χώρας αλλά βρέθηκε απέναντι από τον Χάμες Ροντρίγκες.

Η απόκρουση στην εκτέλεση πέναλτι ήταν η αφετηρία για την αναγνώριση του Χρήστου Μανδά από το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο ταλαντούχος τερματοφύλακας μπήκε στην καλύτερη ενδεκάδα της σεζόν από το Sofa Score και ανάμεσα σε Αθανασιάδη και Πασχαλάκη στους πίνακες στατιστικής.

Συνολικά έπαιξε σε 26 παιχνίδια, δέχθηκε 31 γκολ και κράτησε οκτώ φορές ανέπαφη την εστία του σε 2.340 λεπτά, με τον Μηνά Λυσάνδρου να παραδέχεται σε συνάντηση που είχε με τους ρεπόρτερ του ΟΦΗ πως υπάρχουν αρκετές προτάσεις από ομάδες του εξωτερικού. Μετά από μία τέτοια σεζόν, ο 21χρονος πορτιέρε μίλησε στο Gazzetta και μοιράστηκε τη δική του ιστορία, το πώς ζει την κατάσταση τώρα αλλά και το πώς έφτασε μέχρι εδώ.

– Ας ξεκινήσουμε με τα παιδικά σου χρόνια. Που μεγάλωσες;

«Μεγάλωσα στον Πειραιά και γενικά ήμουν σε μία οικογένεια που ήταν μέσα στον αθλητισμό. Έχω μία μεγαλύτερη αδερφή, η μάνα μου έπαιζε βόλεϊ, ο πατέρας μου ασχολούταν με το χάντμπολ οπότε και εγώ από μικρό παιδί είχα μπει στον αθλητισμό. Ξεκίνησα με το ποδόσφαιρο, δοκίμασα το χάντμπολ αλλά κατέληξα στο ποδόσφαιρο. Όλος μου ο κύκλος ήταν ο αθλητισμός».

– Σε μία τέτοια οικογένεια πώς σε κέρδισε το ποδόσφαιρο; Δηλαδή δεν ήταν κάποιος από τους δικούς σου σε αυτό.

«Θεωρώ πως η περιοχή που μεγάλωσα με έβαλε στον κόσμο του ποδοσφαίρου. Μεγάλωσα στον Κορυδαλλό και κοντά στο γήπεδο του ποδοσφαίρου. Είναι μία περιοχή που ασχολείται μόνο με αυτό. Πήγαινα σε πλατείες και αλάνες με τους φίλους μου. Δοκίμασα το χάντμπολ αλλά το ποδόσφαιρο μου ταίριαζε».

– Σε τι ηλικία ξεκίνησες;

«Προπόνηση σε ομάδα για πρώτη φορά ήμουν πέντε ετών και είχα ξεκινήσει στον Αετό Κορυδαλλού».

– Ήσουν τερματοφύλακας από την αρχή;

«Όχι, όχι… ξεκίνησα στη θέση του φορ. Για πέντε χρόνια περίπου ήμουν επιθετικός, δεν είχα σκεφτεί καθόλου να γίνω τερματοφύλακας. Κάποια στιγμή που έπρεπε να διαλέξω μεταξύ επίθεσης και πορτιέρε, εγώ επέμενα να παίζω μπροστά αλλά ο προπονητής μου τότε μου είπε ότι καλύτερα να πάω στο τέρμα. Αυτό είχε συμβεί γιατί είχα κάτσει σε έναν αγώνα που έλειπε ο τερματοφύλακας μας και τα είχα πάει αρκετά καλά. Έτσι τα βάλαμε στη… μέση.

Να παίζω ένα ημίχρονο στην επίθεση και ένα ημίχρονο στο τέρμα (γέλια). Αλλά σιγά-σιγά έκατσα παραπάνω στο τέρμα. Μου… γλύκανε το χάπι αλλά όσο περνούσε ο καιρός, με κέρδισε το τέρμα».

– Πότε κατάλαβες ότι μπορείς να ακολουθήσεις επαγγελματικά το ποδόσφαιρο;

«Γενικά το πράγμα άρχισε να σοβαρεύει όταν ξεκίνησαν οι μεικτές. Τότε τα πράγματα γίνονται πιο επίσημα, πιο αυστηρά σε πιο μικρή ηλικία. Υπάρχει το κάτι διαφορετικό και μετά πήγα από μικρή ηλικία στον Ατρόμητο και εκεί έπαιξα με μεγάλες ομάδες αντίπαλος, όπου και κατάλαβα ότι ήταν μονόδρομος για να το ακολουθήσω φουλ».

– Όταν αποφάσισες να ακολουθήσεις επαγγελματικά το ποδόσφαιρο, πώς το πήραν οι γονείς σου;

«Οι γονείς μου ήταν κοντά μου από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα το ποδόσφαιρο. Ο πατέρας μου δεν έχει χάσει ούτε ένα παιχνίδι από τότε που έκανα ντεμπούτο ως επαγγελματίας. Είτε εντός, είτε εκτός έδρας, είτε έπαιζα, είτε όχι, ήταν παρών. Ήταν δίπλα μου για να με στηρίζει ακόμα και αν ήμουν εκτός αποστολής, καθόμασταν μαζί στην κερκίδα. Όλο αυτό μου δίνει δύναμη να συνεχίζω ώστε να τον κάνω ακόμα πιο περήφανο».

– Σου κάνει κριτική;

«Ποτέ δεν έχει έρθει να μου πει αν είμαι πολύ καλός μετά από ματς. Θα μιλήσουμε πολύ λίγο για το πως έπαιξα, είτε καλά, είτε όχι. Θα με ρωτήσει για μερικά πράγματα στο τακτικό κομμάτι ας πούμε. Δεν μου κάνει κριτική. Απλά είναι χαρούμενος να με βλέπει στο γήπεδο να παίζω».

– Πώς πήγες στον Ατρόμητο;

«Στη μεικτή Πειραιά όταν έπαιξα, είχαμε πάει στον τελικό με την αντίστοιχη ομάδα των Αθηνών. Εκεί έπαιζαν πολλά παιδιά του Ατρομήτου και μας είχαν δει μερικούς παίκτες, οπότε και μας κάλεσαν για δοκιμαστικά και ήμουν από τα άτομα που με ζήτησαν να πάω».

– Πόσο εξελίχθηκες στην ακαδημία και γενικά τι σου έλεγαν οι προπονητές σου εκεί;

«Στον Ατρόμητο από μικρή ηλικία είχα τη θέση του βασικού συνέχεια. Έπαιξαν μεγάλο ρόλο όλοι οι προπονητές που είχα γιατί με στήριζαν αρκετά. Θεωρώ ότι το στοιχείο να παίζω με τα πόδια με βοήθησε πολύ και σε τόσο μικρή ηλικία δεν είναι κάτι που το συναντάμε.

Εμένα μου έβγαινε αυθόρμητα και σε αυτό έπαιξε ρόλο η διαχείριση μου στον Αετό Κορυδαλλού που ο προπονητής με άφηνε να παίζω και ‘μέσα’. Έτσι τους προπονητές μου για αρχή, τους είχα κερδίσει επειδή μπορούσα να παίζω με την μπάλα στα πόδια».

Διαφήμιση
Διαφήμιση