HomeHL-9Ντίνος Κωνσταντόπουλος: Ονοματοκρατία και απομιμήσεις στην πολιτική

Ντίνος Κωνσταντόπουλος: Ονοματοκρατία και απομιμήσεις στην πολιτική

Τα τελευταία 60 χρόνια

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Στην Ελλάδα, παρ’ όλο που διαχωρίζουμε το όνομα από τη χάρη, «άλλος έχει το όνομα κι άλλος έχει τη χάρη», εν τούτοις, μας χαρακτηρίζει ως λαό μια περίεργη προσήλωση στα ονόματα. Με έναν τρόπο μαγικό, που βασίζεται από μια λογική αναλογική, έχουμε την τάση να πιστεύουμε πως ένας επίγονος, επειδή έχει το ίδιο όνομα, μπορεί να παρουσιάσει ανάλογες δραστηριότητες και επιτυχίες με τον καταξιωμένο πρόγονό του. Ίσως και σε αυτό να οφείλεται το γεγονός ότι τα τελευταία εξήντα χρόνια κυριάρχησε η ονοματοκρατία -και η οικογενειοκρατία βεβαίως- στην πολιτική μας σκηνή.

Υπήρξαν δυο ισχυρές προσωπικότητες στην πολιτική ηγεσία της χώρας, ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που με την παρουσία τους, το έργο τους, τις επιλογές τους, τις αντιπαραθέσεις τους και το ύφος τους καθόρισαν και δρομολόγησαν σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις και σφράγισαν με τρόπο θετικό, στο συνολικό ισοζύγιο, την πορεία της χώρας. Ο κύκλος αυτών των ηγετών έκλεισε τον περασμένο αιώνα.

Στην αυγή της νέας χιλιετίας, η χώρα έχει σταθεροποιήσει και ισχυροποιήσει τη θέση της στα Βαλκάνια, εντάσσεται στην ευρωζώνη και, για να εδραιώσει τη θέση της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χρειάζεται να θέσει και να κατακτήσει ποιοτικούς στόχους.

Αντ’ αυτού, όμως, και ακριβώς τότε, αρχίζει ένας κύκλος επαναληπτικής ονοματοκρατίας στην ηγεσία των κομμάτων εξουσίας και στη διακυβέρνηση της χώρας , με την εκλογή προσώπων που φέρουν το ονοματεπώνυμο των προηγουμένων καταξιωμένων ηγετών της κάθε παράταξης. Η συντηρητική παράταξη εκλέγει ως πρόεδρο τον Κώστα Καραμανλή και σε ανάμνηση βεβαίως του Κωνσταντίνου Καραμανλή και η σοσιαλδημοκρατική, πλέον τότε, παράταξη ανακηρύσσει ως Πρόεδρο τον Γιώργο Παπανδρέου και εις ανάμνηση, βεβαίως, του Γεωργίου Παπανδρέου.

Σίγουρα πολλοί παράγοντες συνετέλεσαν στην εκλογή τους. Αλλά και το όνομα έπαιξε καθοριστικό ρόλο, στο να προηγηθούν από τους συνυποψήφιους διεκδικητές του αξιώματος, καθώς σε ένα ευρύ σώμα εκλογέων υπήρχε η προσδοκία, η ελπίδα και η αντίληψη ότι θα ήταν αντάξιοι συνεχιστές αυτών που φέρουν το όνομά τους.

Μια αντίληψη βέβαια, που στον καιρό του και σε ανάλογη περίσταση σαρκάζει ο Μακρυγιάννης:

«Εβάλετε και νέον αρχηγό στο φρούριο της Κόρθος. Αχιλλέα τον έλεγαν, λογιότατο. Κι ακούγοντας τ’ όνομα Αχιλλέα, παντυχαίνετε ότ’ είναι εκείνος ο περίφημος Αχιλλέας. Και πολέμαγε τ’ όνομα τους Τούρκους. Δεν πολεμάγει τ’ όνομα ποτέ… ο Αχιλλέας άφησε το κάστρο κι έφυγε, απολέμιστο».

Έτσι είναι. «Δεν πολεμάγει τ’ όνομα ποτέ». Ούτε, φυσικά, και κυβερνάει. Και είδαμε σε μια κρίσιμη περίοδο τα αποτελέσματα από τη διακυβέρνηση των δυο ονοματεπώνυμων ηγετών, που έμοιαζε με κακοπαιγμένη φάρσα, για να θυμηθούμε τον Χέγκελ και τον Μαρξ.

Ο Χέγκελ είχε γράψει: «Στην ιστορία τα γεγονότα επαναλαμβάνονται δυο φορές». Και ο Μαρξ ευφυώς συμπλήρωσε τη φράση με την προσθήκη: «Την δεύτερη φορά ως φάρσα (η ως τραγωδία)».

Σχηματίζει κανείς την εντύπωση, πως ως λαός περισσότερο θέλουμε να αναβιώσουμε και να ξαναζήσουμε το παρελθόν, παρά να προχωρήσουμε αντιμετωπίζοντας με νέους όρους το μέλλον.

Στην ίδια περίοδο του περασμένου αιώνα, υπήρξε φυσικά και η ισχυρή πολιτική προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου, που έφερε νέο αέρα στην πολιτική, άλλαξε τον πολιτικό χάρτη της χώρας, εδραίωσε και διεύρυνε τη δημοκρατική λειτουργία και με τη διακυβέρνησή του σφράγισε κι αυτός με θετικό τρόπο, στο συνολικό ισοζύγιο, την πορεία της χώρας.

Σε ανύποπτο χρόνο ο ίδιος, μεταξύ άλλων, είχε πει: «Το ΠΑΣΟΚ δεν κληρονομείται». Δεν υπήρχε και κανείς στον ορίζοντα που να έχει το ίδιο όνομα και να έχει πολιτικές βλέψεις, για να συνεχιστεί και να συμπληρωθεί έτσι ο επαναληπτικός κύκλος των ονοματεπώνυμων ηγετών στη διακυβέρνηση της χώρας.

Δεν υπήρχε, μέχρι που εμφανίστηκε ο Αλέξης Τσίπρας. Δεν έχει βέβαια καμιά ονομαστική σχέση με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Έκανε όμως κάτι άλλο. Από την εποχή των μνημονίων που οι περιστάσεις τον φέρνουν δυναμικά στο προσκήνιο, αρχίζει να αντιγράφει συστηματικά τον Ανδρέα Παπανδρέου. Όχι το πολιτικό του περιεχόμενο. Άλλωστε ο ίδιος ο Τσίπρας διαθέτει μια ρηχή, απλουστευτική, μανιχαϊστική και διχαστική πολιτική αντίληψη που θεοποιεί τους δικούς του και δαιμονοποιεί τους αντιπάλους, όλους όσους δηλαδή έχουν διαφορετική άποψη, τους οποίους αυτόματα κατατάσσει στο επίπεδο των εχθρών. Ποτέ δεν μπορεί να λειτουργήσει συνθετικά, όπως έχει υποχρέωση να κάνει ο Πρωθυπουργός μιας δημοκρατικής χώρας.

Άρχισε, λοιπόν, να μιμείται τα εξωτερικά γνωρίσματα του Ανδρέα Παπανδρέου. Τις κινήσεις του, τις χειρονομίες του, τη στάση του στην εξέδρα ή στο βήμα, την εκφορά του λόγου του, τον τόνο της φωνής του και το ρυθμό της ομιλίας του
Στην πρώτη μεγάλη συγκέντρωση στην πλατεία Ελευθερίας στο Ηράκλειο, πολλοί από όσους τον άκουσαν είπαν: «Είναι σαν να ακούς τον Αντρέα».

Επρόκειτο για μια απομίμηση που έφτανε πια στα όρια της κιβδηλείας. Είχε δίκιο ο Βίκτωρ Ουγγώ που έγραφε: «Μη μιμείσθε τίποτα, ούτε πρόσωπα. Ένα μουλάρι που μιμείται άλλο μουλάρι, γίνεται πίθηκος».

Σήμερα πλέον ο Αλέξης Τσίπρας, με το πρόσφατο, γνωστό του άρθρο, επιχειρεί να συγκριθεί, να ταυτιστεί και να εμφανιστεί ως συνεχιστής και διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου. Μόνο με το γέλιο μπορεί να αντιμετωπιστεί μια τέτοια κίνηση. Και από το γέλιο στο γελοίο η διαφορά είναι ένας τόνος.

Κι όπως γράφει ο Μιγέλ Ουναμούνο στο βιβλίο του «Ο Δον Κιχώτης σήμερα»: «Το μεγαλύτερο ύψος ηρωισμού, στο οποίο μπορεί να φτάσει ένα άτομο ή ένας λαός είναι να μάθει πώς μπορεί να αντιμετωπίσει το γελοίο».
Όμως, ας είναι καλά εκείνοι οι σύντροφοι των άλλων καιρών, που επιτρέπουν και σήμερα στον Τσίπρα να καπηλεύεται έναν ηγέτη του αναστήματος του Ανδρέα Παπανδρέου.

Πάντως, ο επαναληπτικός κύκλος της ανάδειξης ονοματεπώνυμων ηγετών στη διακυβέρνηση της χώρας, με τραγικές συνέπειες για τη χώρα και τους κατοίκους της, φαίνεται να κλείνει, προς το παρόν.

Διαφήμιση
Διαφήμιση