Μεσοπρόθεσμο: Αναθεωρημένες προς τα κάτω οι προβλέψεις για ανάπτυξη – Τα μέτρα στήριξης
Τι είπε ο υπουργός οικονομικών για πληθωρισμό και χρέος
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Θάνος Πετραλιάς, και το οικονομικό επιτελείο, παρουσίασαν το απόγευμα της Δευτέρας (30/09) τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού-Διαρθρωτικού Σχεδίου της κυβέρνησης για την 4ετία 2025 – 2028.
Ο κ. Χατζηδάκης ισχυρίστηκε ότι, η Ελλάδα στη διαπραγμάτευση με την Κομισιόν πέτυχε την αύξηση του ορίου δαπανώνγια την 4ετία 2025 – 2028 κατά 4 δισ. συγκριτικά με τις αρχικές προτάσεις της Επιτροπής (700 εκατ. μόνο για το 2025).
Αυτό, μεταφράζεται σε μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο για πληρωμή συντάξεων (λόγω αύξησης των συνταξιούχων η δαπάνη θα είναι αυξημένη), αμυντικές δαπάνες και άλλες λειτουργικές δαπάνες. «Μας μένει και ένας χώρος 1 δις για τις υπόλοιπες παρεμβάσεις σαν και αυτές που ανακοινώθηκαν στην ΔΕΘ από τον πρωθυπουργό», εξήγησε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Διευκρινίζοντας ο υφυπουργός, Θάνος Πετραλιάς, εξήγησε πως η αύξηση των δαπανών θα είναι 3,7% το 2025 (έναντι 3% αρχικής πρότασης), 3,6% το 2026 και 3,2% το 2027 και 3% το 2028. Συμπεριλαμβανομένων των αυξημένων δαπανών για συντάξεις, εξοπλιστικά και τακτικές δαπάνες, απομένει ένα «δημοσιονομικό περιθώριο ύψους 1 δις ευρώ ετησίως για εφαρμογή επιπλέον μέτρων πολιτικής είτε από την πλευρά των δαπανών είτε στην πλευρά των εσόδων, μεγάλο μέρος των οποίων έχουν εξαγγελθεί».
Ανάπτυξη
Όπως αποκάλυψε η έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, ο στόχος για ανάπτυξη προσγειώνεται στο 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025. Οι προβλέψεις αυτές είναι αναθεωρημένες προς τα κάτω σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις, κυρίως λόγω χαμηλότερης από την αναμενόμενη οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ, σύμφωνα με το Συμβούλιο.
«Ο μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός γίνεται με έμφαση στη δημοσιονομική σταθερότητα έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ικανοποιητική μείωση του δημόσιου χρέους στα επόμενα χρόνια», σημειώνει, προσθέτοντας ότι υπάρχουν και αβεβαιότητες που σχετίζονται με εξωτερικούς και εσωτερικούς κινδύνους.
«Ειδικότερα, η γεωπολιτική ένταση στην ευρύτερη περιοχή, η πιθανή επιβράδυνση των οικονομιών της Βόρειας Ευρώπης, οι αυξανόμενες απαιτήσεις λόγω της κλιματικής αλλαγής και το δημογραφικό ενδέχεται να δημιουργήσουν προκλήσεις στην υλοποίηση του οικονομικού σχεδιασμού».
Συμπερασματικά, μέσα σε ένα περιβάλλον μεγάλης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, οι αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν θετικές για το διάστημα 2025-28, με βασικό μοχλό τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), την ενίσχυση του διαθεσίμου εισοδήματος και τη διατήρηση της δυναμικής της ιδιωτικής κατανάλωσης, σημειώνει.
«Απαραίτητη κρίνεται η επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών, υπηρεσιών και εργασίας, για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας», προσθέτει.
Η ανακοίνωση του ΥΠΕΘΟ
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης και ο υφυπουργός Θάνος Πετραλιάς παρουσίασαν σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028.
Το Μεσοπρόθεσμο αναμορφώνει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Είναι ένας μηχανισμός που ισχύει σε όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ προκειμένου να ελέγχονται τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος. Ο νέος μηχανισμός που συμφωνήθηκε το Δεκέμβριο του 2023 σταθερά επιδιώκει τον έλεγχο των ελλειμμάτων και του χρέους, εισάγοντας μια νέα μέθοδο, που είναι ο κανόνας του ορίου δαπανών: με βάση την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους, τα χαρακτηριστικά και τις αντοχές κάθε οικονομίας ξεχωριστά, δίνεται η δυνατότητα συγκεκριμένου ποσοστού αύξησης των δαπανών ώστε να μην επαναληφθούν στο μέλλον φαινόμενα κατάρρευσης οικονομιών όπως αυτά που ζήσαμε στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία. Ο κανόνας αυτός οδηγεί σε αντικυκλική πολιτική, καθώς παρέχει τη δυνατότητα διατήρησης του ετήσιου ρυθμού αύξησης των δαπανών τόσο σε περιόδους ανάκαμψης, όσο και σε περιόδους επιβράδυνσης.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Με το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028, η κυβέρνηση πετυχαίνει να ανεβάσει την οικονομία πολλά σκαλιά παραπάνω έως το 2028. Και την ίδια στιγμή, να εκπληρώσει όλες τις βασικές δεσμεύσεις του προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας το 2023. Τιμούμε την εντολή των Ελλήνων πολιτών. Αυτά που είπαμε, αυτά κάνουμε. Συνεχίζοντας στο δρόμο της δημοσιονομικής σοβαρότητας, μπορούμε να συνδυάζουμε την ανάπτυξη με την αύξηση των εισοδημάτων των Ελλήνων».
Ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Αθανάσιος Πετραλιάς έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα είχε χαμηλότερα spreads στο πενταετές ομόλογο από την Γαλλία. Είμαστε σε θέση να πούμε σήμερα ότι έχουμε στέρεη δημοσιονομική πολιτική και είμαστε περήφανοι για αυτό. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία μέχρι το 2028, να μην έχει το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρώπη και τα δημόσια οικονομικά της να είναι πιο υγιή από άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτή είναι η βάση για να μπορούμε να ενισχύουμε την πραγματική οικονομία, είναι η βάση με την οποία μας αξιολογεί η διεθνής επενδυτική κοινότητα και η μόνη βάση στην οποία μπορεί να στηριχθεί το μέλλον μας. Δηλαδή το μέτρο. Ούτε πολλά, ούτε λίγα. Όσα πρέπει για να μπορούμε να διατηρούμε τη δημοσιονομική ισορροπία και παράλληλα να ενισχύουμε το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών».
Στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028 που συμφώνησε η Ελλάδα αποτυπώνονται:
Περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους: Ο λόγος του Δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες, από 153,7% το 2024 σε 133,4% ως το 2028. Η μείωση αυτή έρχεται σε συνέχεια της δραστικής αποκλιμάκωσης του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, από 207% το 2020 σε 161,9% το 2023, δηλαδή κατά 45 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα τριών ετών.
Συγκράτηση του ελλείμματος: Για όλη την τετραετία η ελληνική οικονομία θα έχει χαμηλά ελλείμματα, της τάξης του 1% του ΑΕΠ ή και χαμηλότερα από αυτό, δηλαδή σε επίπεδα αρκετά κάτω από τους κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους. Η επίδοση αυτή αποτελεί στοιχείο νοικοκυριού, στέλνει μήνυμα εμπιστοσύνης στις αγορές και τους επενδυτές και επιτυγχάνεται σε περίοδο που 8 χώρες της ΕΕ (μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Γαλλία και το Βέλγιο) βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Πρωτογενή πλεονάσματα (δηλ. το αποτέλεσμα του προϋπολογισμού χωρίς τις δαπάνες για τόκους): Προβλέπεται η επίτευξη χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων σε σχέση με την αρχική πρόταση της ΕΕ, καθώς η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού και της οικονομίας το 2024 πιστοποιεί ότι η ελληνική οικονομία είναι σε θέση (όπως κάνει φέτος) να επιτυγχάνει λογικά πρωτογενή πλεονάσματα που εξασφαλίζουν τη συνέχιση της μείωσης του χρέους. Το μεσοπρόθεσμο προβλέπει τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού στο επίπεδο που προβλέπεται ότι θα κλείσει το 2024, δηλαδή στο 2,4% του ΑΕΠ για όλη την τετραετία (με εξαίρεση το 2025 οπότε προβλέπεται 2,5%).
Ανάπτυξη: Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη που περιλαμβάνεται στο μεσοπρόθεσμο είναι συντηρητική, διότι θέλουμε να είμαστε απολύτως ευθυγραμμισμένοι με την ΕΕ. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα μηχανισμό προβολής με βάση ιστορικά στοιχεία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας. Σημειώνεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος όπως και μια σειρά από διεθνείς οργανισμούς προβλέπουν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Παρ’ όλα αυτά το μεσοπρόθεσμο προβλέπει ανάπτυξη 2,3% το 2025, 2% το 2026, 1,5% το 2027 και 1,3% το 2028, ρυθμοί που είναι από τους υψηλότερους στην ΕΕ. Με βάση αυτές τις συντηρητικές προβλέψεις, το ονομαστικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από 232 δισ. ευρώ το 2024 σε 272 δισ. το 2028. Οι προβλέψεις της Επιτροπής για το έτος 2024 που περιλαμβάνονται στο μεσοπρόθεσμο βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα. Για τα επόμενα έτη γίνεται μια προβολή με βάση ιστορικά στοιχεία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας (δεν λαμβάνονται π.χ. υπόψη τα εφαρμοζόμενα μέτρα πολιτικής και οι επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης).
Μείωση της ανεργίας: Η ανεργία μειώθηκε από 17,9% το 2019 στο 11,1% στα τέλη του 2023, διάστημα στο οποίο δημιουργήθηκαν 500.000 νέες θέσεις εργασίας. Η ανεργία παραμένει σε πτωτική πορεία καθώς τον Ιούλιο 2024 διαμορφώθηκε στο 9,9%. Η πορεία αυτή αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια και το 2028 προβλέπεται να φθάσει στο 8,5%, δηλαδή στα επίπεδα προ της οικονομικής κρίσης.
Αύξηση μισθών: Ο κατώτατος μισθός από 650 ευρώ το 2019 και 830 ευρώ που είναι σήμερα, προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 950 ευρώ το 2027. Ο μέσος μισθός από 1046 ευρώ το 2019 και 1258 ευρώ στο τέλος του 2023 προβλέπεται να φθάσει το 2027 στα 1500 ευρώ.
Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων σε τομείς όπως:
Δημογραφικό: Πρόσθετη προστασία για οικογένειες με 3 παιδιά και άνω, έκπτωση φόρου για χρηματικές παροχές υπέρ νέων γονέων, μείωση του φόρου ασφαλίστρου (15%) ιδιωτικών συμβολαίων υγείας για παιδιά.
Στεγαστικό: Πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», τοπικοί περιορισμοί στις βραχυχρόνιες μισθώσεις κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις κενών κατοικιών.
Αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης: Επενδύσεις στην πρόληψη πυρκαγιών και πλημμυρών, μείωση του ΕΝΦΙΑ για ασφάλιση κατοικιών, αύξηση της περιμέτρου υποχρεωτικής ασφάλισης επιχειρήσεων.
Υγεία: Προσλήψεις μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αναβάθμιση νοσοκομείων, έλεγχος των προμηθειών.
Αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος: Μη κρατικά πανεπιστήμια, ανακαίνιση σχολικών κτιρίων, προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης.
Περιορισμός της φοροδιαφυγής: Πλήρης εφαρμογή «myDATA» και ηλεκτρονικών τιμολογίων, ψηφιοποίηση των ελέγχων, ψηφιακή ΑΑΔΕ. Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής θα επιτρέψει και περαιτέρω μειώσεις φορών.
Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας: Κίνητρα για έρευνα – ανάπτυξη – συγχωνεύσεις, σύσταση του Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου, σχέδιο για επέκταση θερμοκηπίων και στήριξη σε νέους αγρότες.
Επισκόπηση δαπανών για ορθολογικότερη κατανομή (Spending review): Ενδεικτικά: Στόχευση κοινωνικών επιδομάτων και επιδομάτων ανεργίας, λειτουργικές δαπάνες, φαρμακευτική δαπάνη, δαπάνες φορέων γενικής κυβέρνησης και ΟΤΑ.