HomeΓΝΩΜΕΣΓια τα Ρωσικά δημοψηφίσματα στην Ουκρανία

Για τα Ρωσικά δημοψηφίσματα στην Ουκρανία

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Toυ Σίμου  Ανδρονίδη

Την Παρασκευή 31 Σεπτεμβρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, σε πανηγυρική τελετή, ανακοίνωσε την επίσημη προσάρτηση τεσσάρων Ουκρανικών περιοχών, ήτοι του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζια (εκ των τεσσάρων περιοχών, μόνο η περιφέρεια του Λουγκάνσκ βρίσκεται υπό τον πλήρη Ρωσικό έλεγχο), σημασιοδοτώντας με αυτόν τον τρόπο, το κλείσιμο αυτής της φάσης της Ρωσο-ουκρανικής ένοπλης σύρραξης, που εν προκειμένω, συνοδεύθηκε από την επιτυχημένη Ουκρανική αντεπίθεση στην περιοχή του Χαρκόβου.

Της τελετής προσάρτησης, προηγήθηκε η προκήρυξη και η πραγματοποίηση δημοψηφισμάτων σε αυτές τις τέσσερις περιοχές, κατά το μοντέλο που ακολουθήθηκε στην Κριμαία το 2014.

Τα ποσοστά που έλαβε το ‘Ναι,’ ήτοι η αποδοχή της προσάρτησης αυτών των περιοχών από την Ρωσική Ομοσπονδία, κινήθηκαν σε πολύ υψηλά επίπεδα, συγκεντρώνοντας ποσοστά άνω του 90%, εξέλιξη που αναδεικνύει εν τοις πράγμασι στην επιφάνεια τις εξής παραμέτρους.

Πρώτον,  δεν τηρήθηκαν οι στοιχειώδεις δικλείδες ασφαλείας κατά τη διεξαγωγή τους. Δεύτερον, αυτά  διεξήχθησαν κατά παράβαση κάθε αρχής μυστικότητας της ψήφου (η πόρτα-πόρτα ψήφος υπό την σκιά απειλών, δεν συνιστά ακριβώς υπόδειγμα ορθής εκλογικής διαδικασίας, ακριβώς διότι υποβιβάζει βιαίως την ψήφο σε αντικείμενο συναλλαγής).

Τρίτον, έλαβαν χώρα μέσα σε ένα περιβάλλον σαφούς και ανοιχτής υποτίμησης της βαρύτητας της ψήφου και του εκλογέα ως δρώντα που είναι σε θέση να αποφασίσει, αντλώντας από μία σειρά δεδομένων.

Τέταρτον, εξέθεσαν την ανησυχία και δη την έντονη ανησυχία του Πουτινικού καθεστώτος, το οποίο έσπευσε να ανακοινώσει την προκήρυξη δημοψηφισμάτων λίγο μετά την επιτυχημένη Ουκρανική στρατιωτική προώθηση στο Χάρκοβο, προκειμένου να μην τεθούν εν κινδύνω τα μέχρι τώρα Ρωσικά εδαφικά κέρδη στην Ουκρανία.

Πέμπτο, έθεσαν στο προσκήνιο, μέσω των εκλογικών ποσοστών, τον υψηλό βαθμό αυταρχικότητας του καθεστώτος, σε ένα σημείο όπου αυτό φρόντισε εκ των προτέρων να διασφαλίσει πως το ποσοστό αποδοχής του ‘Ναι’ (ένταξη των τεσσάρων Ουκρανικών περιοχών στην Ρωσική επικράτεια), θα είναι αρκούντως υψηλό, κάτι που αποσκοπούσε στο να φανεί (κύρια προς τη Δύση), αφενός μεν το  ποια είναι η ‘θέληση’ των κατοίκων,[1] και, αφετέρου δε, το να νομιμοποιηθούν οι μετέπειτα Ρωσικές ενέργειες που συμπεριλαμβάνουν σε πρώτο πλάνο, την επίσημη προσάρτηση τους στη Ρωσία.[2]

Αυτή ακριβώς υπήρξε η πρωτογενής πολιτική συνέπεια των δημοψηφισμάτων, για να παραφράσουμε ελαφρά τον Simon Hug, ο οποίος έχει μελετήσει το ποιες είναι οι «πολιτικές συνέπειες»[3] διαφόρων δημοψηφισμάτων που έχουν διεξαχθεί ιστορικά.

Όμως, τα δημοψηφίσματα αυτά, παρ’ όλες την πρωτογενή τους πολιτική συνέπεια (προσάρτηση, εγκατάσταση Ρωσικών αρχών), δεν μπορούν να παραγάγουν έννομο και επίσης, δεσμευτικό αποτέλεσμα,[4] από την στιγμή όπου σειρά Δυτικών χωρών και διεθνών οργανισμών διακήρυξαν επίσημα (και ορθώς) το ό,τι δεν πρόκειται να αναγνωρίσουν την προσάρτηση των περιοχών αυτών στην Ρωσία, και κατ’ επέκταση, να αποδεχθούν τον ακρωτηριασμό (αυτός ο ιατρικός όρος είναι συμβατός με ό,τι έχει πράξει τα τελευταία χρόνια η Ρωσία), της Ουκρανικής εδαφικής επικράτειας.

Υπό αυτό το πρίσμα, σημαντική, πολιτικά αλλά και θεωρητικά, υπήρξε η άμεση αντίδραση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), με τον Γενικό Γραμματέα Αντόνιο Γκουτέρες, να επαναλαμβάνει την προτίμηση του στο ενιαίο (κάτι άλλο πέραν αυτού, θα προξενούσε έκπληξη), της εδαφικής επικράτειας της Ουκρανίας.

Μία τέτοια διατύπωση, θέτει προσκόμματα εκ των προτέρων στην οποία προσπάθεια της Ρωσίας και του καθεστώτος να αναζητήσει διεθνή ερείσματα, διεκδικώντας την αναγνώριση της νέας εδαφικής και πολιτικής πραγματικότητας επί τη βάσει κάποιων νεφελωδών και απλοϊκών ιστορικών ‘δικαιωμάτων’ που θεωρεί πως διαθέτει, επί τη βάσει της Ρωσοφωνίας των συγκεκριμένων περιοχών.

Η μονολιθική όμως, κοινωνιο-γλωσσική και ιστορικο-πολιτική προσέγγιση, συγκρούεται εμπρόθετα με την σύνθετη πραγματικότητα, πράγμα που μας ωθεί στο να διατυπώσουμε τα ακόλουθα ερωτήματα.

Από πότε η μονογλωσσία (και τα τελευταία χρόνια που συνοδεύθηκαν από τη διαρκή επίκληση του Διεθνούς Δικαίου) συνιστά εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την συγκρότηση εθνικής ταυτότητας ή αλλιώς, ορθότερα, προϋπόθεση για τη διαμόρφωση των όρων ενός εθνικού συν-ανήκειν,[5] ιδίως σε αυτό το κομμάτι της Ευρωπαϊκής ηπείρου;  Από πότε καθίσταται λόγος που οδηγεί στην υιοθέτηση πρακτικών απόσχισης;

Από πότε το ιστορικό παρελθόν, πλαισιωμένο με τις κατάλληλες αφηγήσεις, αποτελεί λόγο απόσχισης και υπονόμευσης της Ουκρανικής εδαφικής-κρατικής κυριαρχίας; Από πότε η υποτιθέμενη ή μη, εθνοτική συγγένεια ή αλλιώς, εθνοτική εγγύτητα, θεμελιώνει την πράξη της στρατιωτικής εισβολής (σε ένα κυρίαρχο κράτος) και απόσχισης περιοχών της;

[1] Εν αντιθέσει με την πανηγυρική ανακοίνωση των αποτελεσμάτων (τα ποσοστά αυτά προσιδιάζουν σε αυταρχικά καθεστώτα που σπεύδουν να εξουδετερώσουν εκ των προτέρων την οποιαδήποτε υπόνοια πως το αποτέλεσμα της κάλπης μπορεί να καταστεί δυνάμει απειλητικό), οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, παρέμειναν και παραμένουν ‘αόρατοι.’

[2] Ακόμη και ένα ποσοστό γύρω στο 70%, θα ήσαν ικανό να προκαλέσει αμηχανία στο καθεστώς, φέρνοντας το ενώπιον της απαίτησης να δικαιολογήσει το γιατί προχώρησε στην προκήρυξη των δημοψηφισμάτων (ας θυμηθούμε εδώ το δημοψήφισμα που προκήρυξε η  εν Ελλάδι στρατιωτική δικτατορία το 1968, καθώς και το πιεστικό, υπέρ του ‘Ναι’, περιβάλλον μέσα στο οποίο διεξήχθη).

[3] Βλέπε σχετικά, Hug, Simon., ‘Occurrence and Policy Consequences of Referendums’. Journal of Theoretical Politics,’ 16, 3, 2004, σελ. 321-356.

[4] Κάτι τέτοιο σημαίνει πως εν ευθέτω χρόνω, μέσω διαφόρων τρόπων, η Ρωσική ‘πράξη’ μπορεί να καταπέσει αυτοδικαίως. Παρανομία προκύπτει και όσον αφορά την προκήρυξη τους και όσον αφορά το αποτέλεσμα τους. Η Ουκρανική κυβέρνηση (και ο ίδιος ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προσωπικά), απορρίπτει τα δημοψηφίσματα, θεωρώντας τα «κενά περιεχομένου» (void) χωρίς νομική συνέπεια» (ο αντίκτυπος τους όμως παραμένει υπαρκτός). Βλέπε σχετικά την απαντητική επιστολή της Αιγυπτιακής κυβέρνησης προς τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), με αφορμή την υπογραφή του μνημονίου οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών μεταξύ Τουρκίας και της τότε Λιβυκής κυβέρνησης ‘Εθνικής Ενότητας.’ ‘Letter dated 16 December 2019 from the permanent representative of Egypt to the United Nations addressed to the President of the Security Council,’ United Nations, Security Council, 17 December 2019.

[5] Δεν θα διστάσουμε να επισημάνουμε, θεωρητικώ τω τρόπω, πως το απλοϊκό επιχείρημα τύπου ‘Ρωσόφωνος σημαίνει εθνοτικά Ρώσος,’ ανοίγει επικίνδυνες ατραπούς, καθότι αρκετοί Ρωσόφωνοι διαβούν και εκτός Ρωσίας.

Σίμος Ανδρονίδης

Διαφήμιση
Διαφήμιση