HomeHL-EconomyΚατώτατος μισθός: Ονομαστική αύξηση 4% προτείνουν οι εργοδοτικοί φορείς

Κατώτατος μισθός: Ονομαστική αύξηση 4% προτείνουν οι εργοδοτικοί φορείς

Οι ΓΣΕΒΕΕ και η ΕΣΕΕ προτείνουν αυξήσεις που θα καλύπτουν τον πληθωρισμό, προτάσσοντας ωστόσο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Ονομαστική αύξηση 4% του κατώτατου μισθού ( πέραν της αύξησης του 2% που ισχύει από την 1/1/2022) προτείνουν οι περισσότεροι εργοδοτικοί φορείς από 1/5/2022 στα υπομνήματά τους κατά τη διαβούλευση που είχαν με το ινστιτούτο της ΓΣΕΕ την προηγούμενη εβδομάδα. Παράλληλα θεωρούν αναγκαία τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1.5 ποσοστιαία μονάδα προκειμένου να αυξηθεί ακόμα περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των χαμηλόμισθων.

Οι ΓΣΕΒΕΕ και η ΕΣΕΕ προτείνουν αυξήσεις που θα καλύπτουν τον πληθωρισμό, προτάσσοντας ωστόσο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Οι εργοδοτικοί φορείς στα νέα υπομνήματά τους αναφέρθηκαν στην αβεβαιότητα και στην αστάθεια του οικονομικού περιβάλλοντος η οποία δημιουργήθηκε από τον πληθωρισμό και τις ανατιμήσεις και εντάθηκε από την πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία.

Ακόμα και ο ΣΕΤΕ που εμφανιζόταν αισιόδοξος για την τουριστική περίοδο αναφέρει ότι «Οι σταθερές προοπτικές των τελευταίων μηνών για ακόμη καλύτερη πορεία των εσόδων από τον εισερχόμενο τουρισμό το τρέχον έτος, χαρακτηρίζονται πλέον από έντονη αβεβαιότητα, λόγω των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα, τις προσδοκίες και την ψυχολογία των καταναλωτών στις κύριες τουριστικές αγορές της χώρας μας και κυρίως την αβεβαιότητα ως προς την διάρκεια και την έκταση των επιπτώσεων της πολεμική σύρραξης στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τη διαδικασία, το ΚΕΠΕ με βάση τα υπομνήματα των φορέων θα συντάξει εισήγηση η οποία θα πρέπει α αποσταλεί στον υπουργό εργασίας Κωστή Χατζηδάκη έως τις 15 Απριλίου.

Αναλυτικά οι θέσεις των φορέων είναι οι εξής:

ΣΕΒ: Ο συνδυασμός αύξησης του κατώτατου μισθού με ταυτόχρονη μείωση των εισφορών του εργαζόμενου οδηγεί σε σημαντική αύξηση των καθαρών αποδοχών του. Ειδικότερα, κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού με μείωση των εισφορών του εργαζόμενου κατά μισή ποσοστιαία μονάδα οδηγεί σε αύξηση των καθαρών αποδοχών του κατά 2%.

Η αύξηση του μεικτού κατώτατου μισθού κατά 4%, την οποία προτείνουμε, σε συνδυασμό με τη μείωση των εισφορών του εργαζομένου μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αύξηση των καθαρών αποδοχών των αμειβομένων με τον κατώτατο μισθό. To 4% στον ονομαστικό και μείωση 1,5% στις εισφορές εργαζομένου οδηγούν σε αύξηση 6%.

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα συμβάλλει στην μείωση της «φορολογικής σφήνας» (tax wedge ) στην Ελλάδα (2η υψηλότερη θέση στον ΟΟΣΑ για τον έγγαμο μισθωτό με δυο παιδιά) και στη σύγκλιση με τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Προκειμένου να υπάρχει εναρμόνιση του εθνικού συστήματος καθορισμού του κατώτατου μισθού με διεθνή πρότυπα εργασίας, προτείνουμε την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης 131 «Για τον καθορισμό κατώτατων μισθών και ημερομισθίων ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες».

Επιπλέον ο ΣΕΒ αμφισβητεί τα στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ που ζητάει ο κατώτατος να πάει στο 50% του μέσου μισθού και στο 60% του διάμεσου μισθού, υποστηρίζοντας ότι ήδη βρίσκεται στα αυτά τα επίπεδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ 2021 ο μέσος μισθός των πλήρως απασχολουμένων ανέρχεται σε 1.243,9 ευρώ και ο διάμεσος στα 1.025,8 ευρώ.

ΓΣΕΒΕΕ: Όσον αφορά τις τιμές αγαθών/υπηρεσιών είναι προφανές ότι έχουν επηρεαστεί από τις γενικότερες αυξήσεις ιδίως των τιμών ενέργειας. Το Α εξάμηνο του 2021 το 23,6 % των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων προχώρησαν σε αύξηση των τιμών τους, ενώ το Β εξάμηνο του 2021 το ποσοστό των επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές τους ανήλθε στο 34,8%. Ο αριθμός των επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές τους έχει ανέβει σε επίπεδα ρεκόρ έτσι όπως καταγράφεται στις έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τα τελευταία 6 χρόνια.

Η κατάσταση, μάλιστα, ως προς τις τιμές δεν αναμένεται ούτε να σταθεροποιηθεί ούτε να αποκλιμακωθεί. Το τρέχον εξάμηνο 1 στις 2 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εκτιμούν ότι θα αυξήσουν τις τιμές τους.

Σε αυτό το πλαίσιο η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι μια αύξηση του κατώτατου μισθού είναι αναγκαία ώστε να:

-απορροφηθούν οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και να στηριχθεί το διαθέσιµο εισόδημα ιδίως των χαμηλόμισθων εργαζομένων. Η αύξηση του κατώτατου μισθού που κρίνεται αναγκαία τόσο για λόγους κοινωνικής προστασίας όσο και για λόγους κοινωνικής συνοχής θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες κυρίως των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια λήψης ανακουφιστικών μέτρων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει σημαντικός αριθμός μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

ΣΕΤΕ: Η ανάκτηση το 2021 σημαντικού μέρους των απωλειών του 2020 του τουριστικού τομέα συνέβαλε καθοριστικά στην ανάκαμψη του ΑΕΠ το προηγούμενο έτος και στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος και της απασχόλησης.

Οι σταθερές προοπτικές των τελευταίων μηνών για ακόμη καλύτερη πορεία των εσόδων από τον εισερχόμενο τουρισμό το τρέχον έτος, χαρακτηρίζονται πλέον από έντονη αβεβαιότητα, λόγω των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα, τις προσδοκίες και την ψυχολογία των καταναλωτών στις κύριες τουριστικές αγορές της χώρας μας και κυρίως την αβεβαιότητα ως προς την διάρκεια και την έκταση των επιπτώσεων της πολεμική σύρραξης στην Ουκρανία.

Στην έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ εκτιμάται ότι οι θετικές προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας και το 2022, μετά την σημαντική ανάκαμψή της το 2021, δικαιολογούν μια επιπρόσθετη αύξηση του Κατώτατου.

Μισθού κατά 3,0% έως 4,0% το 2022 (πέραν της αύξησης κατά 2% από τις αρχές τους έτους, συνολικά 5,0% έως 6,0%), υπό την προϋπόθεση ότι ή αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά το τρέχον έτος θα κυμανθεί πλησίον του 5% σε ετήσια βάση.

Με αυτά τα δεδομένα, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα επιφέρει ενδεχομένως μια μικρή επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας σε ετήσια βάση, αλλά η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας το 2022 θα είναι βελτιωμένη έναντι του 2018.

Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα λειτουργήσει ως μέτρο άσκησης αναδιανεμητικής πολιτικής στις συνθήκες δημοσιονομικής στενότητας που χαρακτηρίζουν τη χώρα μας και θα αποτελέσει στήριξη στα πιο χαμηλόμισθα στρώματα του εργατικού δυναμικού.

Η στήριξη αυτή πρέπει να ενισχυθεί με στοχευμένα μέτρα πολιτικής που επικεντρώνονται στα αδύναμα νοικοκυριά και τους χαμηλά αμειβόμενους.

Παράλληλα, θα συγκρατήσει και την αύξηση του κόστους εργασίας σε επίπεδα που θα είναι κοντά́ στα αντίστοιχα των κύριων εμπορικών εταίρων, έτσι ώστε να διαφυλαχθεί́ η διεθνής ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να αποφευχθεί́ ένα αρνητικό́ σπιράλ μισθολογικών αυξήσεων και πληθωρισμού.

ΕΣΕΕΕ: Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται λογική μια ενίσχυση του κατώτατου μισθού, η οποία όμως να μπορούσε να συνδεθεί με επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών.

Σε κάθε περίπτωση υπό τις παρούσες εύθραυστες συνθήκες, η ΕΣΕΕ καταλήγει ότι θα πρέπει να υπάρξει σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού και ότι το ποσοστό του πληθωρισμού θα πρέπει αποτελέσει βασικό προσδιοριστικό παράγοντα της διαμόρφωσής του.

ΣΒΕ: Ο κατώτατος μισθός κατά την επόμενη χρονιά να αυξηθεί σε ποσοστό από 3% έως 5%, μετά και την αύξηση 2% από την 1η Ιανουαρίου 2022. Κατά τον ΣΒΕ η αύξηση αυτή θα πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων, ούτως ώστε να μην εξανεμισθεί από τις αυξήσεις στα είδη πρώτης ανάγκης και στην ενέργεια.

ΙΝΕ/ΓΣΕΕ: Το ινστιτούτο της ΓΣΕΕ εισηγείται την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ τονίζοντας στο υπόμνημά του

«Το κύμα ακρίβειας οδηγεί σε διαρκή μείωση της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού, η οποία από 4,5% τον Αύγουστο του 2021 ανήλθε τον Δεκέμβριο σε 10,4%. Τον Ιανουάριο του 2022, η   προγραμματισμένη μικρή όσο και καθυστερημένη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%  περιόρισε σε μικρό βαθμό την απώλεια αγοραστικής δύναμης, η οποία όμως ανήλθε τελικά  σε 12,1%. Η αύξηση του κατώτατου μισθού περιόρισε την απώλεια αγοραστικής δύναμης  μόλις κατά 0,2%, αφού χωρίς αυτήν η απώλεια αγοραστικής δύναμης θα ήταν 12,3%. Όμως, οι υπολογισμοί αυτοί αφορούν τον μεικτό κατώτατο μισθό. Αν αφαιρεθούν οι ασφαλιστικές  εισφορές, τότε τον Ιανουάριο του 2022 η απώλεια της αγοραστικής δύναμης του καθαρού κατώτατου μισθού ξεπέρασε το 14% έναντι του Ιανουαρίου του 2021, όταν η αντίστοιχη   ετήσια απώλεια τον Δεκέμβριο του 2021 ήταν 12,1%.

Στη σχετική επιστημονική συζήτηση, μια επιπλέον συνθήκη που θα μπορούσε να εξασφαλίσει τον όρο της αξιοπρεπούς διαβίωσης είναι ο κατώτατος μισθός να καλύπτει και το 50% του μέσου   μισθού πλήρους απασχόλησης.

Δηλαδή, δεδομένης της εξομάλυνσης του οικονομικού κύκλου και της ανισότητας της κλίμακας των μισθών, η προσαρμογή του κατώτατου μισθού  στο κατά προσέγγιση επίπεδο της αξιοπρεπούς διαβίωσης θα μπορούσε να γίνει βάσει μιας συνδυαστικής αξιολόγησης του 60% του διάμεσου μισθού και του 50% του μέσου μισθού πλήρους απασχόλησης.

Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού με βάση τα παραπάνω κριτήρια δεν θα επιφέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα σταθερότητας,  ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης αν δεν συνοδεύεται από σημαντική αύξηση του  ποσοστού κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων  εργασίας.

Η αύξηση του κατώτατου μισθού σε συνδυασμό με την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τον περιορισμό των ευέλικτων μορφών απασχόλησης θα βελτιώσουν το επίπεδο διαβίωσης της πλειονότητας των χαμηλόμισθων και θα μειώσουν αισθητά τον αριθμό των ατόμων που διαβιούν σε συνθήκες υλικής στέρησης.

 

protothema.gr

Διαφήμιση
Διαφήμιση