HomeΓΝΩΜΕΣΠολωνία και Ευρωπαϊκή Ένωση

Πολωνία και Ευρωπαϊκή Ένωση

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Tου Σίμου Ανδρονίδη

Η πρόσφατη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πολωνίας, σχετικά με την δυνατότητα υπεροχής ή μη του ευρωπαϊκού δικαίου, επί άρθρων του Πολωνικού Συντάγματος, θέτει εκ νέου στο προσκήνιο τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την χώρα της Ανατολικής Ευρώπης, η οποία και διατηρεί ένα ειδικό βάρος στα τεκταινόμενα της περιοχής.

Η σχέση μεταξύ των δύο δεν έχει διαρραγεί, αλλά, φέρει διακυμάνσεις, με αρκετούς αναλυτές που καταπιάστηκαν με το συγκεκριμένο ζήτημα να κάνουν λόγο, με αφορμή την συγκεκριμένη δικαστική απόφαση,[1] για το ενδεχόμενο εξόδου της Πολωνίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μάλιστα, για αυτόν τον σκοπό, εφευρέθηκε ο νεολογισμός ‘Polexit,’ που σημαίνει την έξοδο της Πολωνίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εκεί όπου, ο νεολογισμός αυτός αντλεί από τους δύο προηγούμενους που είχαν χρησιμοποιηθεί το προηγούμενο χρονικό διάστημα: Δηλαδή από το γνωστό στα καθ’ ημάς ως ‘Grexit,’ και από το ‘Brexit,’ το οποίο και ολοκληρώθηκε.

Ένα ζήτημα όμως το οποίο και ενσκήπτει δραστικά, έχει να κάνει με το κατά πόσον αυτός ο νεολογισμός και κατ’ επέκταση οι διάφορες αναλύσεις που εστιάζουν στο ενδεχόμενο μίας νέας αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δύνανται να αποδώσουν την σύνθετη και ρευστή κοινωνική-πολιτική πραγματικότητα.

Όπως αυτή διαφαίνεται στην Πολωνία αλλά και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και λέγοντας κάτι τέτοιο, εννοούμε πως, ούτε πρόθεση της Πολωνίας είναι η εκκίνηση των διαδικασιών για την έξοδο της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ούτε και πρόθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει την δυνατότητα χρήσης εργαλείων άσκησης πίεσης, είναι η αποχώρηση της Πολωνίας από την Ένωση, κάτι το οποίο ως ενδεχόμενο ακόμη, δεν επιθυμεί, διότι θα έπληττε την ίδια την παρουσία της Ένωσης στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης. Αντίληψη που είναι ορθή και ισορροπημένη.

Εντός αυτού, θα σημειώσουμε επίσης, πως, και στην Πολωνία, δεν διαφαίνεται η ύπαρξη μίας κοινωνικής-πολιτικής πλειοψηφίας που επιθυμεί την αποχώρηση της χώρας από την Ένωση,[2] με τις διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν να τείνουν προς την κατεύθυνση ‘εξορκισμού’ αυτού του ενδεχόμενου, ενώ επίσης, ούτε κάποια άλλη χώρα-μέλος δεν δείχνει διάθεση να θέσει στο προσκήνιο μία Πολωνική έξοδο, με χώρες όπως η Γερμανία,[3] να ζητούν ήδη την πραγματοποίηση διαλόγου για την επίλυση του προβλήματος που ανέκυψε.

Θεωρούμε πως και οι δύο πλευρές, δεν επιδιώκουν να ωθήσουν τα πράγματα στα άκρα, λόγω και των μείζονων προκλήσεων, δημοκρατικών, γεω-πολιτικών, πολιτικών που ανακύπτουν την σημερινή περίοδο, με το ενδεχόμενο ενός ‘Polexit,’ εντός της ιστορικής μη γραμμικότητας, να μην συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες ευόδωσης, προσφέροντας όμως την ευκαιρία στα θεσμικά όργανα της Ένωσης να λειτουργήσουν θεσμικά. Και τι εννοούμε με αυτό;

Εννοούμε πως αυτή η απόφαση, προσφέρει την δυνατότητα στροφής προς την Πολωνία, προς το περιεχόμενο των πολιτικών που έχει εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια το κυβερνών κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης, ζητώντας δραστικά την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων που θα κινούνται προς τον άξονα ενίσχυσης της Πολωνικής Δημοκρατίας.

Εστιάζοντας στα της Ένωσης και στις παράλληλες κρίσεις που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια, δεν διαθέτει την ευχέρεια, ώστε αφενός μεν να αφήσει[4] να αποχωρήσει από τις τάξεις της η Πολωνία, μία χώρα που διαθέτει πολιτική κουλτούρα ευρωπαϊκής χροιάς, και ένα μνημονικό[5] απόθεμα εναντίωσης στον αυταρχισμό μονοκομματικού τύπου (Σοσιαλιστικού καθεστώτος), ιδίως μετά από την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας, και, αφετέρου δε, να αφήσει να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα και να αμφισβητούνται, ωσάν ιδιαίτερο εκκρεμές, δημοκρατικές αξίες και προτάγματα, σε μία περίοδο όπου η φιλελεύθερου τύπου δημοκρατία, αντιμετωπίζει ενδογενείς και εξωγενείς προκλήσεις.

Με αφορμή αυτές τις εξελίξεις, τα θεσμικά όργανα πρέπει να στραφούν οργανωμένα προς την Ανατολική Ευρώπη, αξιοποιώντας το ισχυρό φιλευερωπαϊκό στίγμα που εκπέμπεται από το εσωτερικό των χωρών που είναι μέλη της, επισημαίνοντας πως η ιδιότητα του μέλους αυτή καθαυτή δεν εξασφαλίζει αυτομάτως σειρά προνομίων και πλεονεκτημάτων, αλλά, άπτεται και υποχρεώσεων, ιδίως όταν αυτές συμπεριλαμβάνονται και στα κριτήρια ένταξης μίας χώρας στο εσωτερικό της.

[1] Ουσιαστικά, η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πολωνίας, αμφισβητεί τα όρια της δικαιοδοσίας του ευρωπαϊκού δικαίου ή αλλιώς, της ευρωπαϊκής έννομης τάξης, προσδιορίζοντας το Πολωνικό Σύνταγμα ως βάση νομιμοποίησης και παραγωγής κανονιστικής ισχύος.

[2] Οι συλλογικές διαμαρτυρίες εναντίον της δικαστικής απόφασης ήσαν έντονες, με τους συμμετέχοντες σε αυτές να διατρανώνουν την υποστήριξη τους στην ευρωπαϊκή πορεία της Πολωνίας, ασκώντας μία κριτική που επικεντρώθηκε κύρια γύρω από δύο άξονες: Ο πρώτος άξονας σχετίζεται εμπρόθετα με την κριτική στο ρόλο του Συνταγματικού Δικαστηρίου και δη, στον θεωρούμενο ως ‘παρεμβατικό’ του ρόλο, στο σημείο όπου η απόφαση του, απειλεί να θέσει προσκόμματα στην θέση της χώρας εντός της Ένωσης, και, ο δεύτερος άξονας, αφορά το ό,τι για αρκετούς εκ των διαδηλωτών, το Συνταγματικό Δικαστήριο ως θεσμός, περισσότερο απηχεί τις κυβερνητικές θέσεις και επιδιώξει, στερούμενο ουσιαστικής ανεξαρτησίας.

[3] Η Γερμανία και σε αυτή την περίπτωση, όπως και σε άλλες στο πρόσφατο παρελθόν, προκρίνει την σημασία του διαλόγου και των διαπραγματεύσεων για την επίλυση προβλημάτων, όντας από τις πρώτες χώρες εντός Ένωσης που έχουν αναγνωρίσει και αναγνωρίζουν την σημαντικότητα της Πολωνίας και για  την ευρωπαϊκή συνοχή και σταθερότητα, παρά τις Πολωνικές παρεκκλίσεις από την πολιτική μετεγκατάστασης προσφύγων και μεταναστών σε χώρες-μέλη.

Χώρες όπως η Γαλλία, που διατηρούν μία παράδοση ‘δικαιωματικής’ κουλτούρας, στέκονται επικριτικά απέναντι στις αποφάσεις που έχει λάβει τα τελευταία χρόνια η Πολωνική κυβέρνηση, για ζητήματα που έχουν να κάνουν, για παράδειγμα, με την παρουσία των ομοφυλόφιλων στην δημόσια σφαίρα.

[4] Το ζήτημα ή αλλιώς, το ενδεχόμενο της ‘αποβολής,’ δηλαδή της ηθελημένης ευρω-ενωσιακής απόφασης αποχώρησης της Πολωνίας δεν τίθεται στο προσκήνιο.

[5] Η πρόσληψη της μνήμης, της ιστορικής μνήμης, διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο ως προς τον προσδιορισμό ή αλλιώς, την συγκρότηση της σύγχρονης Πολωνικής εθνικής ταυτότητας.

Σίμος  Ανδρονίδης

Διαφήμιση
Διαφήμιση