HomeΓΝΩΜΕΣΤο κεντροαριστερό βασίλειο γι’ ένα άλογο

Το κεντροαριστερό βασίλειο γι’ ένα άλογο

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Tου Γιώργου Σιακαντάρη

Το 1994 σαν Ριχάρδοι Γ’ της βρετανικής σοσιαλδημοκρατίας οι βρετανοί Εργατικοί ανταλλάξαν το κομματικό βασίλειο τους γι’ ένα άλογο (Τόνι Μπλερ) που τους απομάκρυνε από το Μπόργουορθ (εκεί ηττήθηκε ο Ριχάρδος Γ΄) του πολιτικού τους θανάτου. Το ίδιο έκαναν  δύο χρόνια αργότερα με τον Κώστα Σημίτη και οι συνάδελφοί τους στην Ελλάδα.

Ο μήνας Μάιος του 1997 ήταν καθοριστικός για τους βρετανούς Εργατικούς. Τότε αυτοί συμπλήρωναν 18 χρόνια εκτός κυβέρνησης. Γι’ ένα κόμμα εξουσίας σαν αυτό μια ακόμα αποτυχία θα σήμαινε την πρόωρη pasokification του.

Ήταν 1 Μάϊου του 1997 όταν ο γεννημένος στις 6 Μάϊου 1953 Τόνι Μπλέρ οδήγησε στη νίκη τους και ονομαζόμενους πλέον Νέους Εργατικούς. Και ήταν ανήμερα των γενεθλίων του που τους οδήγησε σε μια τρίτη νίκη το 2005. Είχε μεσολαβήσει η δεύτερη τους νίκη το 2001.

Μάιος ήταν κι όταν ο Μπλερ παραιτήθηκε το 2007 και Μάιος του 2010 όταν παραιτήθηκε και ο πολύ αξιόλογος διάδοχός του Γκόρντον Μπράουν.

Πως όμως κατόρθωσαν τρεις συνεχόμενες νίκες οι Νέοι Εργατικοί και ο ηγέτης τους; Αυτοί  δεν κρύφτηκαν πίσω από το αίτημα της δικαίωσης των επιτυχιών του Εργατικού Κόμματος του ορθόδοξου, αλλά αναζήτησαν απαντήσεις σε ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο οι δυο πόλοι είχαν γίνει ένας.

Μετά τη δεκαετία του 1980 το εκκρεμές της πολιτικής είχε μετατοπιστεί από το σοσιαλδημοκρατικό τρίπτυχο «υψηλές δαπάνες, προοδευτική φορολόγηση, λελογισμένες αυξήσεις» στη λογική της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον ή στο τρίπτυχο «χρηματιστήρια, ανάπτυξη, εμπόριο».

Οι δυο πόλοι είχαν γίνει ένας. Αναζητείτο κάτι νέο. Ο Μπλερ εμπιστεύτηκε περισσότερο επιστήμονες σαν τον Άντονι Γκίντενς παρά τους επικοινωνιολόγους του και κατέληξε στην αφήγηση του Τρίτου Δρόμου.

Ο Γκίντενς τον έσπρωχνε όχι να καταργήσει μια διάκριση που είχε η ίδια αυτοκαταταργηθεί, αλλά να δώσει  νέο περιεχόμενο σ΄ αυτήν. Αυτή η αφήγηση κατά τον κοινωνιολόγο ήταν πέραν της κλασικής διάκρισης Αριστεράς- Δεξιάς, αλλά όχι πέραν αυτής καθαυτής της διάκρισης. Ο Μπλερ στηρίχθηκε σ΄ έναν επιστήμονα που σύμφωνα με τον Μιχάλη Μητσό «επέμενε να τοποθετείται στην Αριστερά».

Τότε τέθηκαν ζητήματα όπως οι αντιφάσεις του μέχρι τότε επιδοματοκεντρικού κράτους πρόνοιας, η προτεραιότητα των άυλων αξιών και των οικολογικών ανησυχιών, η νέα πολιτική θεώρηση της βίας και του ζητήματος της προσωπικής ασφάλειας, η καταπολέμηση της νέας φτώχειας και των ανισοτήτων μέσω της αποκαλούμενης θετικής πρόνοιας, η περισσότερη δημοκρατία αντί του περισσότερο ή λιγότερο κράτος και ο αντιεθνικισμός. Όλα αυτά δεν ήταν «δεξιές» θέσεις όπως διατείνεται η φτώχεια των καθ’ ημάς πρόσφατων Κολόμβων της σοσιαλδημοκρατίας. Ήταν ένας δύσβατος δρόμος διατύπωσης εναλλακτικής πρότασης στον ευρωπαϊκό μονοπολικό πλουραλισμό.

Όσοι απαξιώνουν τον Μπλερ «ξεχνούν» ότι επί αυτού του τρισκατάρατου «νεοφιλελεύθερου» ο δείκτης Gini έδειξε τη μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων στη Μεγάλη Βρετανία, ευρισκόμενος πιο κοντά στο μηδέν απ’ όσο ποτέ πριν και μετά. Την ίδια περίοδο τα δημόσια νοσοκομεία και πανεπιστήμια της χώρας είχαν ανέβει στα υψηλότερα σημεία της παγκόσμιας κατάταξης. Οι Μπλερ – Μπράουν από το 1997 μέχρι το 2010 είχαν αυξήσει τις δαπάνες για το Σύστημα Υγείας και τις άλλες κοινωνικές δαπάνες από το 39,9% στο 48,1%. Βεβαίως εδώ το βάρος ρίχθηκε στην αύξηση και τη σωστή λειτουργία των επίκαιρων σήμερα ΜΕΘ και όχι στα επιδόματα. Ο Μπλερ καθιέρωσε για πρώτη φορά κατώτατο μισθό στη Βρετανία. Το 2004 με τον νόμο Civil Partnership Act εισήγαγε σοβαρές μεταρρυθμίσεις υπέρ της Κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ και άλλων μειονοτικών ομάδων. Την ίδια περίοδο η Μεγάλη Βρετανία βρέθηκε πιο κοντά από ποτέ στον πυρήνα της Ευρώπης. Ενώ επίσης οι «δεξιοί» Νέοι Εργατικοί έσπρωξαν το Συντηρητικό Κόμμα προς τα αριστερά και όχι στα δεξιά που το έσπρωξε πολλά χρόνια αργότερα ο «αριστερός» Κόρμπιν. Ο Μπλερ ήταν το άλογο που τους πήρε από το κατεστραμμένο τοπίο της μάχης και τους μετέφερε πίσω στην εξουσία. Ο Μπλερ ήταν αυτός που μετά την παραίτηση του Νιλ Κίνοκ το 1992 και την ανάληψη της ηγεσίας από τον ανεπαρκή Τζον Σμιθ ζητούσε επίμονα και επιτακτικά από το κόμμα να αλλάξει όχι μόνο ηγεσία αλλά και θέσεις. Κάτι που έγινε δυο χρόνια αργότερα. Θλιβερή σύγκριση με τα καθ’ ημάς όπου οι έχοντες αλλά και μερικοί από τους διεκδικούντες την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής θεωρούν πως μια τέτοια συζήτηση, πέντε μήνες προ των εκλογών, είναι «παρατεταμένη εσωστρέφεια» και μη «θεσμική συμπεριφορά». Είναι σαν να έχουν συμφιλιωθεί με την κατάσταση πως όσο λιγότεροι καινούργιοι συγκινηθούν από το μήνυμα τόσο καλύτερα για τους ήδη μαντατοφόρους. Συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι δεν ξεκολλούν από το Μπόργουορθ, αφού η κίνηση ιδεών τους είναι βάρος.

Λόγω των έξυπνων κινήσεων του κ. Μητσοτάκη, στο πρόσωπό του βρίσκουν έκφραση δεξιές, φιλελεύθερες και κεντροαριστερές ιδέες και άνθρωποι. Κάτι που εν αντιθέσει με τον ευρωπαϊκό μονοπολικό πλουραλισμό καταλήγει στον ελληνικό μονοκομματικό πλουραλισμό. Ευελπιστώ πως η ελληνική σοσιαλδημοκρατία δεν είναι τόσο «σκοταδόψυχη»   σαν τον Ριχάρδο Γ’ ώστε να βρει εγκαίρως ένα άλογο που θα την τραβήξει από το πεδίο της ήττας. Αυτό δεν θα βόσκει ούτε στους μηχανισμούς ούτε στα λιβάδια του «πατριωτικού» ΠΑΣΟΚ. Δυστυχώς η όποια ελληνική σοσιαλδημοκρατία επειδή δεν προέκυψε από το εργατικό κίνημα, αλλά από τα μικρομεσαία στρώματα, ρέπει προς τον «πατριωτικό» εθνικισμό. Αλλά αυτό είναι άλλο πονεμένο θέμα.

Γιώργος Σιακαντάρης

Διαφήμιση
Διαφήμιση