HomeHL-9Γιώργος Γεραπετρίτης: Η Ελλάδα στις πρώτες χώρες που θα χρησιμοποιήσουν self tests

Γιώργος Γεραπετρίτης: Η Ελλάδα στις πρώτες χώρες που θα χρησιμοποιήσουν self tests

Ερωτηθείς ο υπουργός Επικρατείας για το επόμενα βήματα και δη για το λιανεμπόριο, απάντησε πως «ακόμη είναι αρκετά νωρίς να μιλήσουμε για αυτό» και ότι «θα περιμένουμε τα δεδομένα της μίας εβδομάδας που μεσολαβεί».

Διαφήμιση
Διαφήμιση

«Οι πολίτες θα δείξουν την απαιτούμενη ευθύνη, θα υπάρξει μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης με την Πολιτεία»: Τη βεβαιότητα αυτή κατέθεσε, μιλώντας στην ΕΡΤ1, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης αναφορικά με τα μέτρα αποσυμπίεσης.

Ο οποίος, σε άλλο σημείο τόνισε: «Όπως η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που χρησιμοποίησε τα rapid tests, έτσι η Ελλάδα θα είναι πάλι η πρώτη χώρα, ή από τις πρώτες χώρες, που θα χρησιμοποιήσει τη νέα τεχνική των self tests».

Χαρακτηρίζοντας εξάλλου ανέφικτη αλλά και επικίνδυνη την πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για νομοθετικό μορατόριουμ, κατήγγειλε ότι οι μισές από τις 650 πορείες του τελευταίου διαστήματος αφορούσαν στον Δ. Κουφοντίνα και όχι σε κάποια νομοθετική πρωτοβουλία.

Εν πρώτοις, αναλυτικά, ο υπουργός Επικρατείας περιέγραψε τους δύο άξονες πάνω στους οποίους κινείται η κυβερνητική στρατηγική:

-Ο πρώτος άξονας θα είναι «η ενίσχυση των μέτρων κατά της πανδημίας, γίνεται μια πραγματικά τιτάνια μάχη για την ενίσχυση των νοσοκομείων μας, με ιατρικό και υγειονομικό προσωπικό.

Και, παραλλήλως, γίνεται μια πολύ δύσκολη προσπάθεια για να μπορέσουμε να έχουμε εκτεταμένη χρήση των τεστ, καθολικά στον πληθυσμό, έτσι ώστε να μπορέσουμε να περιορίσουμε έγκαιρα τη διασπορά».

-Ο δεύτερος άξονας που «πρέπει να συνυπολογιστεί στην εξίσωση, έχει να κάνει με τα μέτρα αποσυμπίεσης της κοινωνίας από την ψυχολογική πίεση που υφίσταται. Θα πρέπει δηλαδή να έχουμε κάποιες δικλείδες που θα απορροφήσουν τους ψυχικούς κραδασμούς».

Και, στο πλαίσιο αυτό, συνέχισε, μετά και τη σχετική εισήγηση της υγειονομικής επιτροπής, «χωρίς να αναλαμβάνουμε υψηλή διακινδύνευση, επιχειρούμε με πολύ μικρά, με πολύ προσεκτικά, με καίρια όμως σημειακά βήματα, να προχωρήσουμε σε μια ψυχική αποσυμπίεση».

Το σημαντικό, σύμφωνα με τον Γ. Γεραπετρίτη, είναι «να κατανοήσουμε στην παρούσα φάση ότι θα πρέπει τα μέτρα τα οποία λαμβάνουμε, να είναι τέτοια ώστε να εφαρμοσθούν από τους πολίτες. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να είμαστε υπερ-αυστηροί όταν τα μέτρα δεν θα τηρούνται», ήταν το επιχείρημα που χρησιμοποίησε.

Εξάλλου, «για μας το πιο κρίσιμο είναι να μπορέσει να υπάρξει μια γενική συμμόρφωση, δηλαδή το κομμάτι που έχει να κάνει με την ατομική ευθύνη, να αναβαθμιστεί. Και το πιστεύω ακραδάντως», σημείωσε με έμφαση, «ότι οι πολίτες θα δείξουν την απαιτούμενη ευθύνη, θα υπάρξει μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης με την Πολιτεία έτσι ώστε όταν δώσουμε αυτές τις δικλείδες αποσυμπίεσης, το επίπεδο της ατομικής ευθύνης να αναβαθμιστεί».

Ερωτηθείς για το επόμενα βήματα και δη για το λιανεμπόριο, απάντησε πως «ακόμη είναι αρκετά νωρίς να μιλήσουμε για αυτό», άλλωστε «θα περιμένουμε τα δεδομένα της μίας εβδομάδας που μεσολαβεί».

Και υπογραμμίζοντας την κυβερνητική πεποίθηση, ότι «θα μπορέσουμε να ελέγξουμε τη μεγάλη πίεση που υφίσταται σήμερα το υγειονομικό σύστημα», χαρακτήρισε προφανές ότι στις προτεραιότητες της Πολιτείας βρίσκεται το λιανεμπόριο, όπως επίσης βρίσκονται και τα σχολεία.

Για τα τελευταία ειδικότερα παρατήρησε ότι «η δική μας προτεραιότητα θα πρέπει να εδράζεται περισσότερο στα Λύκεια και τα Γυμνάσια -και τούτο γιατί η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έχει το μεγαλύτερο χρόνο αποχής από τη φυσική τάξη.

Επιπλέον, για τα Λύκεια υπάρχει το ζήτημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων και για το λόγο αυτό είναι πρωταρχικής σημασίας να μπορέσουν τα παιδιά να επιστρέψουν με ασφάλεια στις τάξεις τους για να προετοιμασθούν με όρους ισότητας».

«Όπως η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που χρησιμοποίησε τα rapid tests, έτσι η Ελλάδα θα είναι πάλι η πρώτη χώρα, ή από τις πρώτες χώρες, που θα χρησιμοποιήσει τη νέα τεχνική των self tests, δηλαδή των τεστ που θα χρησιμοποιούν οι ίδιοι οι πολίτες χωρίς να χρειάζεται να προσφύγουν σε διαγνωστικό ή ιατρικό κέντρο, κι αυτό θα μας δώσει ένα τεράστιο εργαλείο για να μπορέσουμε να χειριστούμε την κρίση», υπογράμμισε στη συνέχεια της τηλεοπτικής συνέντευξης ο υπουργός Επικρατείας.

Ενώ σε ό,τι αφορά τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς είπε πως «έχει γίνει μια τεράστια προσπάθεια ενίσχυσης». Παραμένουν πάντως οι σκηνές συγχρωτισμού, αναγνώρισε, ωστόσο, πρόσθεσε αυτές είναι «πολύ σπάνιες κατά τη διάρκεια της ημέρας», βάσει των στατιστικών που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση.

Ταυτοχρόνως ο υπουργός επικαλέστηκε τον αριθμό των οχημάτων: από 850 προ κρίσης, ήδη έχουμε ξεπεράσει τα 1.300 στην Αθήνα, για τη δε Θεσσαλονίκη από τα 235 έχουμε ξεπεράσει τα 450.

Στο επόμενο θέμα συζήτησης, το κατά πόσο τηρούνται τα μέτρα στους χώρους εργασίας, απάντησε πως γίνονται «πολύ εκτεταμένοι έλεγχοι, μόνο τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο είχαμε 72.000 ελέγχους, οι οποίοι έδειξαν ένα επίπεδο συμμόρφωσης αλλά και παραβιάσεις που έχουν να κάνουν και με την τηλεργασία και με τα μέτρα πρόληψης/προφύλαξης.

Γίνεται πολύ συστηματική προσπάθεια για τα θέματα της εργασίας…», υπογράμμισε αναγνωρίζοντας συγχρόνως ότι «θα πρέπει, πράγματι, να εντατικοποιήσουμε τους ελέγχους μας».

Για τις πορείες κατήγγειλε ότι «το φαινόμενο έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και είναι θέμα κοινωνικής αλλά και πολιτικής ευθύνης».

Τασσόμενος κατά της λογικής του πολιτικού συμψηφισμού, επέμεινε πως «εδώ υπάρχει ένα φαινόμενο υπερμεταδοτικότητας το οποίο δεν αμφισβητείται και αυτό είναι όλες οι πορείες και διαδηλώσεις».

Κληθείς να σχολιάσει την πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για νομοθετικό μορατόριουμ, ανταπάντησε κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για «απίστευτο πολιτικό καιροσκοπισμό». Χαρακτηρισμό τον οποίο στήριξε στο εξής επιχείρημα: «Καμία Πολιτεία, καμία έννομη τάξη, καμία Δημοκρατία δεν μπορεί να σταματήσει να λειτουργεί».

Αλλωστε, συνέχισε, «το τελευταίο διάστημα είχαμε 650 συγκεντρώσεις στην Αθήνα και όλη τη χώρα, οι μισές από τις οποίες ήταν για λόγους αλληλεγγύης στον πολυ-ισοβίτη Κουφοντίνα, δεν είχαν να κάνουν με νομοθετικές πρωτοβουλίες».

Συμπερασματικά, «αυτό που ισχυρίζεται η αντιπολίτευση όχι απλά είναι ανέφικτο αλλά και επικίνδυνο για τη Δημοκρατία».

Η πανδημική κρίση πρέπει να μας βρει έτοιμους για την επόμενη μέρα, αλλά παράλληλα με τα θέματα οικονομίας, ανάπτυξης κ.ο.κ., «υπάρχουν όμως και μείζονα κοινωνικά ζητήματα που πρέπει να λυθούν άμεσα», ανέφερε ακόμη φέρνοντας το παράδειγμα του νομοσχεδίου για τη γονική μέριμνα -επιμέλεια των ανήλικων τέκνων, ένα «πάρα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο», το οποίο αναρτήθηκε προχθές σε δημόσια διαβούλευση.

«Αυτό που υπονοεί η αντιπολίτευση είναι ότι θα πρέπει να σταματήσει να κινείται ρυθμιστικά η Πολιτεία; Είναι κάτι όχι μόνο ανέφικτο αλλά και εντελώς επικίνδυνο και απαξιώνει τη Δημοκρατία», επανέλαβε κλείνοντας τη σχετική αναφορά ο Γ. Γεραπετρίτης.

Σε ό,τι αφορά το νέο τοπίο των σχέσεων μεταξύ των υπερδυνάμεων (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ρωσία, Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση), τόνισε πως «βρισκόμαστε σε μια πολύ ρευστή γεωπολιτικά κατάσταση, η οποία δημιουργεί μεγάλα ρήγματα (…) υπάρχει ένα διπλωματικό ντόμινο το οποίο προφανώς και επηρεάζει και τα μικρότερα γεωπολιτικά υποσύνολα, όπως είναι η Ανατολική Μεσόγειος».

Ενώ για τα καθ’ ημάς ειδικότερα, επεσήμανε με έμφαση ότι «η Ελλάδα χάρη στην πολυμερή διπλωματία της και στις έγκαιρες κινήσεις που έχει κάνει σε όλα τα γεωπολιτικά πεδία, αυτή τη στιγμή έχει εξασφαλίσει ουσιαστικές συμμαχίες με όλες τις μεγάλες δυνάμεις αλλά και τις μικρότερες, περιφερειακές δυνάμεις».

Και ζήτησε να μην υπάρχει καμία απολύτως αμφιβολία ότι «αυτή τη στιγμή είμαστε στην ισχυρότερη διπλωματικά θέση από ποτέ».

Στο ερώτημα, τέλος, για τις εκτιμήσεις του για την ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου, απάντησε: «Οι κυρώσεις είναι στο τραπέζι, επειδή το αποφάσισε το ίδιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο έχει δώσει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα και έχει εξουσιοδοτήσει τον Ύπατο Εκπρόσωπο, τον κ. Μπορέλ, να φέρει μια έκθεση που θα αναφέρει τα σχετικά με το χρονοδιάγραμμα και το μενού των κυρώσεων -αυτό αναμένουμε κι αυτό θα υπάρξει».

Όμως, κατέληξε, το κρίσιμο δεν είναι μόνο να υπάρξει απειλή ή επιβολή κυρώσεων, εκείνο το οποίο θα πρέπει να υπάρξει, είναι «επιτέλους να έχουμε μια ουσιαστική σχέση καλής γειτονίας με την Τουρκία». Όμως, ενόσω η Ελλάδα έχει πράξει ό,τι όφειλε, έκανε τα δέοντα, απέχει από επιθετικές ενέργειες και έχει εκδηλώσει την πίστη της στο Διεθνές Δίκαιο, δυστυχώς μέχρι τώρα η άλλη πλευρά δεν έχει προβεί σε πράξεις αμοιβαιότητας.

Διαφήμιση
Διαφήμιση