HomeHL-9Τιμούν τη μνήμη του «φτερωτού κοριτσιού» των Ανωγείων

Τιμούν τη μνήμη του «φτερωτού κοριτσιού» των Ανωγείων

Με συγκίνηση και μαντινάδες αποχαιρετά την Ζουμπουλιά η αγαπημένη της αδερφή

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Σήμερα Κυριακή 2 Φεβρουαρίου συγγενείς και φίλοι τιμούν τη μνήμη της Ζουμπουλιάς Ανδρεαδάκη-Μαυρακάκη στον Ιερό Ναό  Κωνσταντίνου και Ελένης στις εργατικές κατοικίες στο Γάζι. Το 40ήμερο μνημόσυνο θα ψαλεί στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ενώ στην συνέχεια θα προσφερθεί μακαρία στο ξενοδοχείο “Απολλώνια”.

Η Ζουμπουλιά Ανδρεαδακη – Μαυρακάκη σύζυγος του γνωστού γιατρού Σταύρου Μαυρακάκη, πέρασε στην αιωνιότητα παραμονές Χριστουγέννων σε ηλικία μόλις 48 ετών, σκορπίζοντας στη θλίψη την οικογένειά της, στην κοινωνία του Ηρακλείου άλλα και στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τα Ανώγεια.Η Ζουμπουλιά ξεχώριζε ως σύζυγος, μητέρα, είχε μεγάλη αφοσίωση -μεράκι για την κρητική παράδοση και διακρινόταν στους κρητικούς χορούς και μάλιστα για τις καταπληκτικές χορευτικές της ικανότητες,της είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός,το «φτερωτό κορίτσι», το καμάρι των Ανωγείων.

Η Ζουμπουλιά κόρη του Νικηφόρο του “Μαυρομούστακου” και της Ελένης, άφησε πίσω της, τον σύζυγο της ιατρό Σταύρο Μαυρακάκη με τον οποίο είχαν αποκτήσει μια κόρη, την Ελένη, τα αδέρφια της και τους πολυάριθμους φίλους της που συγκλονίστηκαν από το χαμό της.

Με συγκίνηση και μαντινάδες αποχαιρετά την Ζουμπουλιά μέσω της “Ανωγής»η αγαπημένη της αδερφή  Λευκοθέα Ανδρεαδάκη η οποία για το 40ημερο μνημόσυνο της,γράφει:

“Σαράντα μέρες πάνε εδά Ζουμπούλι απ’ το χαμό σου,

και δε ξαναθωρούμε μπλιό, τ’ όμορφο πρόσωπο σου.

Παππού μας Σμπρουλοπαντελή και Σμπρουλοπαντελήνα,

τσι Ζουμπουλιάς να στρώσετε, τα ρόδα και τα κρίνα.

Γιαγιά Μαυρομουστάκενα και εσύ παππού Μανόλη,

η Ζουμπουλιά μας ήρθενε και ναλωθείτε όλοι.

Πιάσετε λύρες και βιολιά, λαούτα, μαντολίνα,

στον κάτω κόσμο έρχεται, μεγάλη μερακλίνα.

Να βγείτε να χορέψετε όλοι οι Φασαλήδες,

να ξεσηκώσουν του χωριού όλους τσι μερακλίδες.

Να κάμετε ένα χωρό οι Φασαλήδες όλοι,

τη Ζουμπουλιά μας να κρατείς, μπροστά παππού Μανόλη.

Και να χορέψετε μαζί, του Ροδινού Χανιώτη,

στο κάτω κόσμο να χαρεί την ακριβή τζη νιότη.

Να κάμετε ένα Ανωγειανό, που ‘χε να κάμει χρόνια,

για δεν τη βοηθούσανε τα πονεμένα πόδια.

Σαν το Χριστό σταυρώθηκες, Ζουμπούλι στη ζωή σου,

κι όμως ποτέ δεν άκουσα, την παραπόνεση σου.

Ζουμπούλι μυρισμένο μου κι όμορφο γιασεμί μου,

κοντό να σε βαραίνουνε οι αναστεναγμοί μου.

Σε κάθε δύσκολη στιγμή φώνιαζες το όνομα μου,

και τώρα δε σε συγκινούν τα αναστενάγματα μου.

Την πονεμένη Μάνα μας, ποιος θα παρηγορήσει,

που από τα τρία τζη κεριά, το ένα έχει σβήσει.

Η του μπαμπά μας ήσουνε πάντοτε το καμάρι,

απού ο Χάρος θέλησε, ογλίγορα να πάρει.

Εγώ και ο Μανόλης μας δε σου ξεχνούμε φως μου,

γιατί ήσουνε η καλύτερη η αδερφή του κόσμου.

Μα ούτε και η νύφη μας ξεχνάσε κι ο γαμπρός σου,

γιατί κι οι δυο εφέγγανε Ζουμπούλι απ’ το φως σου.

Ανήψα και μπαρμπάδες σου και τα ξαδέρφια όλα,

κλαίνε γιατί εχάσαμε τέτοια πιτήδεια βιόλα.

Για το Λενιώ δεν άφησες παραγγελιά καμία,

και πως θα το παντρέψουμε νύφη στην εκκλησία;

Μαζί τον ετοιμάζαμε το γάμο στο παιδί σου,

κι όμως σκληρά το χτύπησε η μοίρα το κορμί σου.

Άφηκες η τον άντρα σου, τη κόρη στο γαμπρό σου,

την πίκρα και το στεναγμό στον απομισεμό σου.

Μες στη ζωή σου φρόντισες, πράμα να μη μας λείψει,

και εδά στη φεύγα σου άφηκες τον πόνο και τη θλίψη.

Εμείς ποτέ δεν κάναμε ούτε δυο μέρες χώρια,

και εδά πως φεύγεις και μου λες, ζήσε στη στεναχώρια;

Όλα τα Ανώγεια εκλάψανε Ζουμπούλι στο χαμό σου,

κι ακόμη δεν τον δέχουνται τον απομισεμό σου.

Γιατί ‘τόνε η Ζουμπουλιά μια στα Ανώγεια όλα,

και δεν ξαναφυτρώνει μπλιό στον κόσμο έτσα βιόλα.

Ήσουν πολύ αγαπητή σε τούτονε τον τόπο,

και κλαιν και δεν αρνευγουνε τα μάθια των ανθρώπων.

Πράμα δεν έφηκεν ο Θιός να μη σου το χαρίσει,

κι ότι κι αν είχε όμορφο σου το ‘χε δώσει η Φύση.

Ω τον παντέρμο θάνατο πως τα τελειώνει όλα,

και πως στη γης ξεραίνετε  μιαν ανθισμένη βιόλα.

Θε μου μεγάλο άδικο, Θε μου μεγάλο κρίμα,

στο χώμα να ξεραίνουνται τα ανθισμένα κρίνα.

Μας έφηκες κληρονομιά Ζουμπούλι άλλη τόση,

κι είναι βαριά και δεν μπορεί κανείς να τη σηκώσει.

Ακόμη και στο θάνατο θα σου βαστώ χατήρι,

να μην μπορεί στη φεύγα ντου ο χρόνος να σε φθείρει.

Άμε Ζουμπούλι στο καλό μα εμείς οι εδικοί σου,

θα την κρατούμε στα ψηλά πάντα τη θύμηση σου.”

Στάλθηκε από το iPad μου
Διαφήμιση
Διαφήμιση