HomeHL-EconomyEurobank: Αναγκαία η επιτάχυνση της ανάπτυξης

Eurobank: Αναγκαία η επιτάχυνση της ανάπτυξης

Η ελληνική οικονομία παρουσίασε θετικό ρυθμό μεγέθυνσης για 5ο τρίμηνο στη σειρά το 1ο τρίμηνο 2018, υπογραμμίζει η Eurobank. Toνίζε ωστόσο πως η ανάκαμψη είναι ήπια, δεδομένης της μεγάλης ύφεσης των προηγούμενων ετών

Διαφήμιση
Διαφήμιση
Τη Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018 η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) δημοσίευσε τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς για το 1ο τρίμηνο 2018. Η επόμενη ανακοίνωση, δηλαδή των στοιχείων του 2ου τριμήνου 2018, είναι προγραμματισμένη για τις 3 Σεπτεμβρίου 2018, τονίζει η Eurobank στο «7 ημέρες Οικονομία».

Οπως υπογραμμίζει, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα, δηλαδή η αξία -σε σταθερές τιμές- του τελικού εγχώριου προϊόντος, ενισχύθηκε σε τριμηνιαία και σε ετήσια βάση για 5ο τρίμηνο στη σειρά το 1ο τρίμηνο 2018. Η τελευταία φορά που η ελληνική οικονομία σημείωσε παρόμοια επίδοση σε ποιοτικούς όρους ήταν το 4ο τρίμηνο 2006 (σε ποσοτικούς όρους ο αντίστοιχος ρυθμός μεγέθυνσης ήταν 3,2 φορές υψηλότερος), δηλαδή σχεδόν δύο χρόνια πριν την έναρξη της μεγάλης ελληνικής ύφεσης.

Αυτό το στοιχείο αποτελεί ένα σημάδι ότι η ελληνική οικονομία εξέρχεται της στασιμότητας των τελευταίων ετών. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης διαμορφώθηκε στο 1,5% (ή 0,6% σε τριμηνιαία βάση) την περίοδο 4ο τρίμηνο 2016 – 1ο τρίμηνο 2018 από -0,3% (ή 0,0% σε τριμηνιαία βάση) την περίοδο 4ο τρίμηνο 2014 – 4ο τρίμηνο 2016.

Ωστόσο, όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο τεύχος του δελτίου, η προαναφερθείσα μακροοικονομική επίδοση είναι σχετικά ήπια, δεδομένου 1ον, της μεγάλης ύφεσης των προηγούμενων ετών και 2ον, του υψηλότερου κατά μία ποσοστιαία μονάδα ρυθμού μεγέθυνσης της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογραμμίζει η Eurobank.

Υπό το πρίσμα της δαπάνης, ο σχετικά ήπιος μέσος ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης των τελευταίων 5 τριμήνων προέρχεται κατά κύριο λόγο από την επίδοση της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Πιο αναλυτικά, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής της προαναφερθείσας μεταβλητής διαμορφώθηκε στο 0,1% (ή -0,1% σε τριμηνιαία βάση). H ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα ύστερα από την ισχυρή πτώση που σημείωσε το 3ο τρίμηνο 2015 (τραπεζική αργία, έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, δημοψήφισμα και υπογραφή της 3ης δανειακής σύμβασης) ανέκαμψε – όχι πλήρως – το αμέσως επόμενο τρίμηνο και στη συνέχεια παρέμεινε κατά μέσο όρο στάσιμη.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ιδιωτική κατανάλωση είναι θετική συνάρτηση του τρέχοντος διαθέσιμου εισοδήματος και του πλούτου των νοικοκυριών, η προαναφερθείσα επίδοση ερμηνεύεται 1ον, από την αύξηση των φορολογικών βαρών και 2ον, από τις διαμορφωθείσες προσδοκίες για περαιτέρω πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών στο μέλλον λόγω της προβλεπόμενης μείωσης των συντάξεων και του αφορολόγητου ορίου το 2019 και το 2020 αντίστοιχα.

Δύναται να υποστηριχτεί ότι τα δύο παραπάνω στοιχεία αντιστάθμισαν πλήρως την θετική επίδραση που είχε για την ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα η αύξηση της απασχόλησης. Η τελευταία παρουσίασε θετική μέση ετήσια μεταβολή της τάξης του 2,0% την περίοδο Ιουνίου 2014 – Μαρτίου 2018.

H τριμηνιαία αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά 0,8% το 1ο τρίμηνο 2018 προήλθε από την αύξηση των καθαρών εξαγωγών και της εγχώριας ζήτησης. Πιο συγκεκριμένα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ενισχύθηκαν σε τριμηνιαία βάση κατά 1,4% (αγαθά 5,1 QoQ% και υπηρεσίες -1,9 QoQ%) ενώ οι εισαγωγές συρρικνώθηκαν κατά -2,7% (αγαθά -4,6 QoQ% και υπηρεσίες 7,3 QoQ%).

Σε ό,τι αφορά τις 3 βασικές συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης, τα αποτελέσματα είχαν ως εξής: η ιδιωτική κατανάλωση έπειτα από 4 συνεχή τρίμηνα πτωτικής πορείας κατέγραψε τριμηνιαία αύξηση 0,3%. Η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε -1,7% και ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου παρουσίασε άνοδο 1,3%.

Η προαναφερθείσα αύξηση του συνόλου των επενδύσεων πηγάζει αποκλειστικά από τη συνιστώσα της μεταβολής των αποθεμάτων. Ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου μετά την υψηλή αύξηση που κατέγραψε το 4ο τρίμηνο 2017 (39,4 QoQ%) μειώθηκε κατά -28,1% το 1ο τρίμηνο 2018.

Σε ό,τι αφορά την ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά 2,3% το 1ο τρίμηνο 2018 (1,8% σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας), τα αποτελέσματα είχαν ως εξής: η ενίσχυση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας προήλθε σχεδόν αποκλειστικά από τις καθαρές εξαγωγές (η δημόσια κατανάλωση είχε οριακή θετική συνεισφορά).

Πιο αναλυτικά, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κινήθηκαν ανοδικά για 7ο τρίμηνο στη σειρά σημειώνοντας ετήσια ενίσχυση 7,6% (αγαθά 10,5 YoY% και υπηρεσίες 3,8 YoY%) με τις εισαγωγές να μειώνονται -2,8% (αγαθά -6,1 YoY% και υπηρεσίες 13,0 YoY%).

Τέλος, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις παρουσίασαν αρνητική ετήσια μεταβολή της τάξης του -0,4% και -12,1% (επενδύσεις παγίων -10,4 YoY%) αντίστοιχα, τονίζει η Eurobank.

Εν κατακλείδι, η ελληνική οικονομία παρουσίασε θετικό ρυθμό μεγέθυνσης για 5ο τρίμηνο στη σειρά το 1ο τρίμηνο 2018 (σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο 2016 κατά 2,8%). Αυτό το στοιχείο αποτελεί ένα σημάδι σταδιακής εξόδου της Ελλάδας από την παγίδα στασιμότητας των τελευταίων ετών.

Ο μέσος ετήσιος ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης (4ο τρίμηνο 2016 – 1ο τρίμηνο 2018) διαμορφώθηκε στο 1,5% από -0,3% την προηγούμενη διετία με τις εξαγωγές και τις επενδύσεις να αποτελούν τις κύριες συνιστώσες ενίσχυσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας.

Ωστόσο η ύφεση όπως και η ανάκαμψη είναι έννοιες σχετικές. Η προαναφερθείσα μακροοικονομική επίδοση είναι σχετικά ήπια δεδομένου 1ον, της μεγάλης ύφεσης των προηγούμενων ετών και 2ον, του υψηλότερου κατά μια ποσοστιαία μονάδα ρυθμού μεγέθυνσης της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Επιπρόσθετα λόγω των σημαντικών τρεχουσών και μελλοντικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία (π.χ. ανεργία, ασφαλιστικό σύστημα, δημόσιο χρέος κ.α.) διαμορφώνεται η ανάγκη για μετάβαση σε ένα υψηλότερο μονοπάτι οικονομικής μεγέθυνσης σε σχέση με αυτό που ακολουθεί η οικονομία της Ελλάδος τα 5 τελευταία τρίμηνα.

Η επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων, η διατήρηση των υψηλών ρυθμών ενίσχυσης των εξαγωγών αλλά και η σταδιακή ανάκαμψη της κατανάλωσης μέσω της βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών αποτελούν σημαντικές συνιστώσες για την επίτευξη του παραπάνω στόχου, τονίζει η Eurobank.

Διαφήμιση
Διαφήμιση