HomeLife & StyleΒίκυ Λέανδρος: «Αλλάζω τη γνώμη των Γερμανών για την Ελλάδα»

Βίκυ Λέανδρος: «Αλλάζω τη γνώμη των Γερμανών για την Ελλάδα»

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Η επιστροφή της Βίκυς Λέανδρος στη δισκογραφία με ολοκαίνουριο CD φέτος συνέπεσε με την τιμητική βράβευσή της στη Γερμανία. Το βαρύτιμο μετάλλιο μοιάζει με σύμβολο αναγνώρισης της προσφοράς της, αλλά και διαρκή υπόμνηση ότι αυτή η Ελληνίδα τραγουδίστρια με το εύθραυστο, αριστοκρατικό παρουσιαστικό έχει πουλήσει περισσότερους από 100.000.000 δίσκους σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα με την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ, η διεθνής ερμηνεύτρια ετοιμάζεται για μεγάλη περιοδεία στις κυριότερες πρωτεύουσες της Κεντρικής Ευρώπης.  Ωστόσο, η Βίκυ Λέανδρος δεν είναι απλώς μια ιδιαίτερη φωνή, με πάθος σε κάθε νότα που τραγουδά. Είναι επίσης μία από τις πιο επιτυχημένες -και όχι μόνο εμπορικά- ερμηνεύτριες του ποπ ευρωπαϊκού τραγουδιού, αλλά και άτυπη πρέσβειρα της χώρας μας: δίνει καθημερινό αγώνα για την άρση των προκαταλήψεων που έχουν οι Ευρωπαίοι -και δη οι Γερμανοί- για την Ελλάδα.

– Πώς αντιμετωπίζουν οι Γερμανοί τους Ελληνες;

Kάποια γερμανικά Μέσα ξεπέρασαν κάθε όριο, εκτοξεύοντας προσβολές. Δεν αναφέρονταν στους πολιτικούς, αλλά στον ίδιο τον λαό. Αυτό το έκανε μέρος του Τύπου, όχι το σύνολο των ΜΜΕ. Το θεώρησα ψευδές και άδικο, γι’ αυτό και αντέδρασα όπως έπρεπε. Εμφανίστηκα στις τηλεοράσεις της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου, του Βελγίου και της Ελβετίας και έγραψα σε γερμανικές και ελβετικές εφημερίδες αποκαθιστώντας την αλήθεια, κάτι που κάνω μέχρι σήμερα. Βγαίνω στο εξωτερικό και το φωνάζω: Για ένα κομμάτι των πολιτικών που είναι διεφθαρμένο δεν φταίει ο λαός, κι αυτός εξαπατήθηκε. Ο Ελληνας είναι υπερήφανος, διαθέτει φιλότιμο και είναι ζεστός. Στις παρεμβάσεις μου φροντίζω να τονίζω ότι οι Ελληνες είναι μορφωμένοι, εργατικοί και, χωρίς να φταίνε, έφτασαν στο σημείο μηδέν.

Λόγω της αναγνωρισιμότητάς μου αλλά και του σεβασμού που τρέφουν για μένα, ο κόσμος με άκουγε με προσοχή. Κι έτσι η κοινή γνώμη της Ευρώπης ήρθε αντιμέτωπη με την άλλη άποψη.

Με αφορμή τα 50 χρόνια καριέρας, κυκλοφόρησε το νέο της CD με τίτλο «Ich weiss, dass ich nichts weiss» (μτφ.: «Ενα ξέρω, ότι δεν ξέρω τίποτα», σε ελεύθερη μετάφραση του αποφθέγματος του Σωκράτη: «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα»)

– Συνεπώς, η Βίκυ Λέανδρος νιώθει 100% Ελληνίδα;

Μεγάλωσα στο εξωτερικό, αλλά σε ένα σπίτι που κουβαλούσε πολλή Ελλάδα μέσα του. Το ίδιο έκανα κι εγώ αργότερα στο δικό μου σπίτι. Παρά τις έντονες επαγγελματικές μου υποχρεώσεις, μου άρεσε να μπαίνω στην κουζίνα και να φτιάχνω ελληνικά φαγητά. Οταν τα παιδιά μου πρωτοήρθαν στην Ελλάδα και πήγαμε να φάμε σε κάποιο εστιατόριο απογοητεύτηκαν. Τα θυμάμαι να λένε «αυτά είναι τα ελληνικά φαγητά; Αυτά τα τρώμε και στο σπίτι».

– Είναι αλήθεια ότι στη Γερμανία διοργανώνετε φιλανθρωπικές συναυλίες για να βοηθήσετε τους Ελληνες;

Nαι, σε συνεργασία με την Εκκλησία τα έσοδα προσφέρονται σε αναξιοπαθούντες συμπατριώτες μας. Πριν από λίγο καιρό καταφέραμε να συγκεντρώσαμε 350.000 ευρώ, τα οποία πήγαν σε φτωχές οικογένειες με παιδιά. Οταν ήρθα στην Ελλάδα για την παράδοση των χρημάτων βρέθηκα μπροστά σε μια σκληρή πραγματικότητα, βλέποντας ατελείωτες ουρές στα συσσίτια της Εκκλησίας και των δήμων. Μου είπαν ότι ο κόσμος είναι πολύ περισσότερος από αυτόν που βλέπω. Κάτι που δεν μπορούσα να φανταστώ. Οταν έρχεσαι στην Ελλάδα από το εξωτερικό έχοντας βιώσει άλλες συνθήκες ζωής, αντιλαμβάνεσαι πόσο μεγάλη ανάγκη υπάρχει πια σε αυτή τη χώρα.

– Κατά τη γνώμη σας, η Ευρώπη θα παραμείνει ενωμένη;

Περνά δυσκολίες αλλά είμαι σίγουρη ότι θα παραμείνει ενωμένη και δυνατή. Η Ιστορία, η κουλτούρα και ο πολιτισμός της Ευρώπης εξακολουθούν να αποτελούν δυνατά στοιχεία. Απλώς πρέπει να υπάρξει μια πιο δίκαιη κατανομή.

– Ποια ήταν η εμπειρία σας από την ανάμειξη στην πολιτική;

Στη Γερμανία μού ζητήθηκε δύο φορές να αναλάβω υπουργός Πολιτισμού, αλλά λόγω του επαγγελματικού ασυμβίβαστου που επικρατεί δεν θέλησα να εγκαταλείψω το τραγούδι για τον υπουργικό θώκο. Ομολογώ ότι ήταν μια ιδιαίτερα τιμητική πρόταση, αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν υπάρχει αντίστοιχο προηγούμενο με κάποιον άλλον καλλιτέχνη. Είχα ασχοληθεί, όμως, και με τον Δήμο Πειραιά το 2006-07.

– Γιατί εγκαταλείψατε την ενασχόληση με τα κοινά;

Παραιτήθηκα διότι ένιωσα βαθιά μέσα μου ότι δεν ήταν δυνατόν να γίνει τίποτα. Παρόλο που κάναμε έργο, έβλεπα μια κατάσταση να έρχεται καταπάνω μου και δεν μπορούσα να την αντιμετωπίσω καθόλου. Ενιωθα μόνη μου, κόντρα στον άνεμο. Δυστυχώς, όλοι οι άλλοι είχαν άλλα θέματα κι άλλα ενδιαφέροντα. Αυτό που είδα στους ανθρώπους που ασχολούνται με την πολιτική στην Ελλάδα είναι ότι, μόλις αναλάβουν μια θέση και πάρουν στα χέρια τους εξουσία, δεν κοιτάνε το κοινό καλό και να λύσουν προβλήματα. Ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους θέματα, τα δικά τους συμφέροντα, το πώς θα επωφεληθούν οι ίδιοι. Λείπει η τιμιότητα και η θέληση να κάνουν πράξη αυτό που υποσχέθηκαν. Και αν αυτό δεν αγγίζει ως νοοτροπία όλους, αγγίζει όμως τους περισσότερους. Στο εξωτερικό δεν υπάρχει αυτό. Ο ξένος πολιτικός κοιτά πρώτα το καλό του συνόλου και μετά όλα τα άλλα. Είναι ζήτημα νοοτροπίας.

– Πώς βλέπετε την Ελλάδα στο τέλος του 2015; 

Yπάρχουν ζητήματα και δυσκολίες που σιγά-σιγά προσπερνώνται. Για παράδειγμα ο Αλέξης Τσίπρας είχε την ευφυΐα να αντιληφθεί τις λανθασμένες αντιλήψεις που κουβαλούσε και, παρά το γεγονός ότι δυσκολεύτηκε, άλλαξε ρότα. Εχω την εντύπωση ότι βρίσκεται πια σε έναν καλύτερο δρόμο, καθώς η Ευρώπη δείχνει να μας έχει περισσότερη εμπιστοσύνη πια. Υπάρχει φως στο τούνελ, αλλά χρειάζεται σκληρή δουλειά και πολλή υπομονή. Πόση υπομονή μπορεί να κάνει όμως ένας άνεργος που τον περιμένουν στο σπίτι μια γυναίκα και δύο παιδιά;

– Πόσα χρόνια καριέρας συμπληρώνετε;

Το 2016 κλείνω πεντηκονταετία και ομολογώ ότι επρόκειτο για μια υπέροχη διαδρομή. Ομως, οι δραστηριότητές μου δεν σταματούν. Ηδη κυκλοφόρησε το νέο μου CD με τίτλο «Ich weiss, dass ich nichts weiss» (μτφ.: «Ενα ξέρω, ότι δεν ξέρω τίποτα», σε ελεύθερη μετάφραση του αποφθέγματος του Σωκράτη «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα»), ενώ την άνοιξη ετοιμάζω μία ακόμη παγκόσμια περιοδεία. Θα τραγουδήσω σε Ολλανδία, Βέλγιο, Αυστρία, Ελβετία, Γερμανία και Γαλλία .

– Ποια είναι η γενική αίσθηση από αυτό το ταξίδι ζωής;

Hταν μια υπέροχη διαδρομή με δυσκολίες αλλά και με απρόσμενες εκπλήξεις. Στάθηκα τυχερή, διότι από μικρό κοριτσάκι είχα την αρωγή του πατέρα μου, ο οποίος υπήρξε σημαντικός συνθέτης και μεγάλος παραγωγός δίσκων. Η ομάδα ήταν δεμένη και γερή, εκείνο όμως που μου έδωσε τελικά το χρίσμα της επιτυχίας ήταν η θέληση. Σε μια μακρά πορεία υπάρχουν δυσκολίες και απογοητεύσεις και η επιτυχία δεν είναι δεδομένη για κανέναν. Ξεχωρίζει όποιος έχει την ψυχική δύναμη να συνεχίσει.

– Στα 50 χρόνια της καριέρας σας γνωρίσατε πολλές διεθνείς προσωπικότητες. Ποιος σας έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση;

Δεν θα μπορούσα να ξεχωρίσω μία, γιατί τα πρόσωπα είναι πολλά. Ο Σαρλ Αζναβούρ, π.χ., έχει γράψει μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ήταν επίσης σημαντική μορφή. Κάποτε μιλούσαμε επί δύο ώρες και μου ανέλυε τα πολιτικά του λάθη. Επρόκειτο για μια εκ βαθέων εξομολόγηση.

– Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στη σταδιοδρομία σας;

Οι χρονιές όπου μετά από αρκετές χιλιάδες δίσκους, τους οποίους είχα πουλήσει, και τα τραγούδια μου που ακουγόντουσαν παντού, μπορεί να μην είχα επιτυχία. Και όλο αυτό έπρεπε να το διαχειριστώ με έναν τρόπο, αν και είναι κάτι που συμβαίνει στη ζωή ενός καλλιτέχνη, απλώς τότε καλούνται να παίξουν ρόλο οι προσωπικές ισορροπίες. Ημουν πάντα οπαδός της άποψης ότι η καριέρα και η επιτυχία δεν είναι τα μόνο σημαντικά πράγματα. Για εμένα μετρούσαν πάντα η οικογένεια και τα παιδιά.

– Πώς μπορεί να νιώθει μια Ελληνίδα που ξαφνικά τη γνωρίζει όλος ο κόσμος;

Ακόμη και την εποχή των μεγάλων επιτυχιών μου, αυτό δεν το καταλάβαινα, διότι ήμουν ολοκληρωτικά δοσμένη στη δουλειά. Ημουν αφοσιωμένη στην προσπάθεια και άργησα να αντιληφθώ την ευρύτερη αποδοχή του κόσμου. Ποτέ δεν μπήκα σε σκέψεις του τύπου «φέτος πούλησα 8.000.000 δίσκους» κ.λπ. Εκείνο που με ενδιέφερε ήταν απλώς να αναγνωριστεί η καλλιτεχνική μου αξία.

– Ηρθατε ποτέ αντιμέτωπη με επαγγελματικές ανασφάλειες;

Oχι, γιατί ακόμη και στις δυσκολίες όπου η καριέρα μπορεί να είχε κάνει κοιλιά, γνώριζα ότι η ζωή θα μου επιφύλασσε μια επιτυχία παρακάτω. Στα δέκα χρόνια που έμεινα εκτός χώρου για να μεγαλώσω τα παιδιά μου, ποτέ δεν ήρθα αντιμέτωπη με άγχη του τύπου «θα με ξεχάσει ο κόσμος;» ή «θα έχει ανταπόκριση η επόμενη συναυλία μου;». Ο φόβος δεν είναι καλός σύμβουλος, γι’ αυτό και ποτέ δεν τον άφησα να με κυριεύσει.

– Πώς ήταν η περίοδος που αποσυρθήκατε από το τραγούδι για να αφοσιωθείτε στα παιδιά σας;

Kαταπληκτικά, ήταν τα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου, γι’ αυτό και δεν θα τα άλλαζα με τίποτα. Αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω, δεν θα ήθελα να λείπει απ’ αυτά ούτε ένα δευτερόλεπτο. Οταν έχεις τρία παιδιά πρέπει να τα μεγαλώσεις η ίδια. Ακόμη κι αν έχεις μπει στη ρότα μιας μεγάλης καριέρας, δεν γίνεται να τα αφήνεις σε ξένα χέρια.

– Είναι φυσιολογικό μια καλλιτέχνις με διεθνή καριέρα να αναφέρει ως απόλυτη προτεραιότητα τα παιδιά της και όχι το τραγούδι;

Οταν πάρεις την απόφαση να φέρεις τρία παιδιά στον κόσμο (σ.σ.: Λέανδρος, Μιλάνα και Σάντρα), οφείλεις να ασχοληθείς μαζί τους για να βγουν σωστοί άνθρωποι και να μην έχουν αργότερα σύνδρομα και προβλήματα. Να μη μεταφέρουν το βάρος του κόμπλεξ και του πόνου. Αλλωστε, εγώ στο σπίτι ήμουν μαμά πλήρους απασχόλησης και, μάλιστα, έως ότου τα παιδιά πήγαν σχολείο δεν ήξεραν καν με τι ασχολούμαι. Απλώς τους τραγουδούσα το βράδυ κάποια τραγούδια για να κοιμηθούν. Οταν μεγάλωσαν και με ακολούθησαν σε συναυλίες ήρθαν αντιμέτωπα με τη διασημότητα της μητέρας τους.

– Εχετε όμως και δύο εγγόνια. Πώς είναι η Βίκυ Λέανδρος ως γιαγιά;

Ομολογώ ότι κάτι άλλαξε. Τα δύο εγγόνια ήρθαν στη ζωή μου για να με κάνουν πιο ευτυχισμένη και πιο χαρούμενη. Ψάχνω να βρω ελεύθερο χρόνο για να βρεθώ κοντά τους και να είμαστε μαζί, να κάνουμε πράγματα μαζί. Είμαι μια γιαγιά που κάνει κανονικό baby sitting: τους διαβάζω, τα πηγαίνω στις πάπιες, πηγαίνουμε στον ζωολογικό κήπο – κάνω όλα αυτά που δεν έκανα ποτέ πριν. Τα εγγόνια σε βάζουν σε έναν άλλο τρόπο ζωής.

– Πώς θα περάσετε τις φετινές γιορτές;

Στο σπίτι μου, στη Γερμανία: παιδιά, εγγόνια, θα μείνουμε όλοι μαζί για τρεις ημέρες. Ανάβουμε τα κεριά και τραγουδάμε για ώρα γύρω από το δέντρο. Θα τους μαγειρέψω πάπια αλλά με την κλασική ελληνική γεύση που τα παιδιά μου λατρεύουν και εξαιτίας της γίνονται λαίμαργα, τσιμπολογώντας την από το ψυγείο, πριν πάρει τον δρόμο για τον φούρνο.

Protothema.gr

Διαφήμιση
Διαφήμιση