HomeΚΡΗΤΗΟι ξένοι επενδυτές θέλουν τα ξενοδοχεία της Κρήτης – Τι γίνεται στην αγορά ακινήτων

Οι ξένοι επενδυτές θέλουν τα ξενοδοχεία της Κρήτης – Τι γίνεται στην αγορά ακινήτων

Διαφήμιση
Διαφήμιση

Πτώση τιμών που κυμαίνεται από 40% έως πάνω από 60% καταγράφει η αγορά ακινήτων από την αρχή της οικονομικής κρίσης και μέχρι σήμερα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η μέση πτώση τιμών των διαμερισμάτων σε Αττική και Θεσσαλονίκη αγγίζει το 43%, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, η πτώση είναι μικρότερη.

Αντίστοιχα, στα επαγγελματικά ακίνητα, η πτώση είναι ακόμη μεγαλύτερη, αγγίζοντας ή και ξεπερνώντας το 60%, ιδίως σε περιπτώσεις εμπορικών καταστημάτων που βρίσκονται σε δευτερεύοντες άξονες, αλλά και σε γραφεία και αποθηκευτικά κέντρα παλαιών προδιαγραφών.

Αυτά επισημαίνει, μεταξύ άλλων, – στο kathimerini.gr – σε σχετική ανάλυσή του για την υφιστάμενη κατάσταση της αγοράς ακινήτων ο κ. Μπάμπης Χαραλαμπόπουλος, τέως πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής και επιστημονικός σύμβουλος της Solum Property Solutions.

Η αγορά ακινήτων και τα capital controls

Σχολιάζοντας δε το πώς επηρέασαν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι την κτηματαγορά, τονίζει ότι, ούτως ή άλλως, το γενικότερο κλίμα ήταν πολύ κακό στην αγορά και πριν από την τραπεζική αργία. Απλώς, οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων «αποτέλεσαν το… κερασάκι στην τούρτα και επέφεραν ολοκληρωτική ασφυξία στην κτηματαγορά».

Οι ξένοι θέλουν τα ξενοδοχεία

Πάντως, ο ίδιος εντοπίζει ένα, έστω περιορισμένο, ενδιαφέρον των ξένων για την ελληνική αγορά ακινήτων. Συγκεκριμένα, η ζήτηση εντοπίζεται σε ξενοδοχεία που βρίσκονται σε δημοφιλείς τουριστικά περιοχές, όπως για παράδειγμα η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Ρόδος και η Κρήτη. Επίσης, σύμφωνα με τον κ. Χαραλαμπόπουλο, σε περιορισμένη κλίμακα, ζητούνται εξοχικές κατοικίες, πλην όμως σε πολύ χαμηλότερες τιμές από τις αντίστοιχες που παρατηρούνταν πριν από την οικονομική κρίση. Μάλιστα, στην αγορά καταγράφεται και ζήτηση από ορισμένα ξένα funds που επιδιώκουν την απόκτηση ακινήτων από ιδιοκτήτες που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και είναι διατεθειμένοι να πωλήσουν σε εξευτελιστικές τιμές.

Σε γενικές γραμμές, η ζήτηση από το εξωτερικό είναι περιορισμένη. Οι ενδιαφερόμενοι αναζητούν μόνο επενδυτικές ευκαιρίες ή πολύ προνομιούχα ακίνητα υψηλού τουρισμού. Σύμφωνα δε με τον κ. Χαραλαμπόπουλο, πρόκειται κυρίως για εταιρείες και όχι τόσο για ιδιώτες. Πάντως, από πλευράς εθνικότητας, οι πιο δραστήριοι είναι οι Βρετανοί και σε μικρότερο βαθμό οι Γερμανοί. Ωστόσο, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία των συμβολαιογραφικών γραφείων, οι πράξεις μεταβίβασης που καταγράφονται είναι ελάχιστες.

Οι Έλληνες προτιμούν να ενοικιάζουν κι όχι ν’ αγοράζουν

Σε ό,τι αφορά τους Ελληνες, η οικονομική κρίση, σε συνδυασμό και με το ασταθές πολιτικό σκηνικό, έχει αλλάξει πλέον και τον τρόπο σκέψης τους γύρω από την ιδιοκτησία ακινήτων. Πλέον, οι περισσότεροι προτιμούν να νοικιάζουν ένα ακίνητο το οποίο να καλύπτει, χωρίς υπερβολές, τις βασικές ανάγκες τους. Οπως σημειώνει ο κ. Χαραλαμπόπουλος, «οι συνεχείς εκλογικές διαδικασίες, η αύξηση της επίσημης ανεργίας, η μείωση μισθών και συντάξεων, η έλλειψη προοπτικής και η κακή ψυχολογία που σταδιακά δημιουργήθηκε έχουν αλλάξει άρδην τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων, με αποτέλεσμα όλο και λιγότεροι να εξετάζουν πλέον την προοπτική αγοράς ακινήτου».

Ενας ακόμη λόγος που έχει συμβάλει στην παραπάνω εξέλιξη είναι η αποκαθήλωση της ιδέας ότι το ακίνητο συνιστά το ασφαλέστερο επενδυτικό καταφύγιο. Σήμερα, η πλειονότητα των πολιτών θεωρεί την κατοχή ακινήτου δυσβάσταχτο βάρος, λόγω της υπέρμετρης φορολογίας και της επιβολής του ετήσιου τακτικού φόρου. Στο πλαίσιο αυτό, όσοι διαθέτουν ακίνητα που δεν χρησιμοποιούν άμεσα οι ίδιοι επιχειρούν να τα πουλήσουν με κάθε τρόπο, πλην όμως διαπιστώνουν ότι δεν υπάρχουν οι αντίστοιχοι αγοραστές.

Αλλωστε, πλέον απαιτούνται τουλάχιστον 12 μήνες κατά μέσον όρο έως ότου βρεθεί ενδιαφερόμενος αγοραστής για ένα ακίνητο. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι εκτιμούν ότι το χρονικό διάστημα αυτό είναι πιθανό να παραταθεί ακόμη περισσότερο, όσο διατηρούνται οι κεφαλαιακοί έλεγχοι στην αγορά και έχει αποκλειστεί κάθε πιθανότητα πρόσβασης σε τραπεζική χρηματοδότηση, ακόμα και από όσους έχουν υψηλή πιστοληπτική ικανότητα.

Δύσκολη η ανάκαμψη στην κτηματαγορά

Το σκηνικό αυτό δύσκολα μπορεί να τροφοδοτήσει την οποιαδήποτε ανάκαμψη στην κτηματαγορά. Κατά τον κ. Χαραλαμπόπουλο, η αγορά ακινήτων κατέρρευσε, ως αποτέλεσμα της αντίστοιχης κατάρρευσης της οικονομίας, καθώς, όπως τονίζει, δεν υπήρχε «φούσκα» στην κτηματαγορά, πλην ορισμένων περιπτώσεων και περιοχών. Σε γενικές γραμμές, οι τιμές συμβάδιζαν με τα πρότερα επίπεδα μισθών, απασχόλησης και ευκολίας πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό. Σήμερα, εφόσον η οικονομία της χώρας «συνεχίσει το καθοδικό σπιράλ, τότε δυστυχώς και οι αξίες των ακινήτων θα εκμηδενιστούν», αναφέρει ο κ. Χαραλαμπόπουλος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη της οικονομίας και συνεπώς να προκύψει και επανεκκίνηση… της κτηματαγοράς, εφόσον με τη βοήθεια του κράτους δημιουργηθεί το κατάλληλο φορολογικό πλαίσιο, το οποίο θα ενθαρρύνει το επιχειρείν και θα συμβάλει στο να αρχίσει η χώρα να παράγει ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα, που θα υποκαταστήσουν τις εισαγωγές και ταυτόχρονα να εξάγονται. Μόνο τότε θα αρχίσει να μειώνεται η ανεργία και να αυξάνονται οι μισθοί, επομένως και η αγοραστική δύναμη των πολιτών. Ως εκ τούτου, για να ανακάμψει η αγορά ακινήτων απαιτείται αλλαγή πορείας της ελληνικής οικονομίας.

Διαφήμιση
Διαφήμιση